Αντιμήνσιο στην εκκλησιαστική ορολογία αποκαλείται ένα κομμάτι υφάσματος πάνω στο οποίο έχουν ζωγραφιστεί ποικίλες ιερές παραστάσεις και σύμβολα. H λειτουργική χρήση του αντιμηνσίου έγκειται στην αντικατάσταση της Αγίας τράπεζας όταν αυτή δεν υπάρχει ή στην αντικατάσταση της όταν υπάρχει αλλά δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί Θεία Λειτουργία, κυρίως όταν τελούνται δύο συναπτές Θείες Λειτουργίες, αφού απαγορεύετε από τους κανόνες η λειτουργική χρήση της Αγίας τράπεζας.
Η λέξη Αντιμήνσιο προέρχεται από την ελληνική λέξη αντί και τη λατινική λέξη Μένσα, που σημαίνει Τράπεζα. Όταν για λόγους ποιμαντικούς χρειαζόταν να γίνει Θεία Λειτουργία σε χώρους εκτός των καθαγιασμένων ναών, επινοήθηκε φορητή Αγία Τράπεζα, το Αντιμήνσιο. Αυτό κατασκευαζόταν από ξύλο ή τις περισσότερες φορές από πανί. Υπάρχει πιθανότητα η χρήση του να άρχισε την εποχή της Εικονομαχίας, όταν οι Ορθόδοξοι διώχθηκαν από τους ναούς και δεν είχαν που να λειτουργούνται. Αναγκαστικά οι λειτουργίες γίνονταν σε σπίτια ή στην ύπαιθρο. Σήμερα τα αντιμήνσια χρησιμοποιούνται για την τέλεση Θείας Λειτουργίας σε μη εγκαινιασμένους Ναούς, σε εξωκλήσια, σε Στρατόπεδα ή στην ύπαιθρο, όπου και χρησιμοποιείται αυτή η «φορητή» εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα. Επίσης τα Αντιμήνσια χρησιμοποιούνται σε όλους τους Ναούς, εγκαινιασμένους και μη.
Στο κέντρο του Αντιμηνσίου ζωγραφίζεται η ταφή του Κυρίου, γιατί η Αγία Τράπεζα συμβολίζει τον Τάφο του Κυρίου. Στις γωνίες του πρέπει να έχει ραμμένα ιερά λείψανα αγίων Μαρτύρων, γιατί αντικαθιστά την εγκαινιασμένη Αγία Τράπεζα που στο εσωτερικό της έχει πάντοτε ενσωματωμένα ιερά λείψανα Μαρτύρων.
Πάνω στο Αντιμήνσιο με το διπλωμένο και συρραμμένο ειλητό, τοποθετείται το Ιερό Ευαγγέλιο, αντί του Σωτήρος Χριστού. Στα χρόνια των Διωγμών, ως Αγία Τράπεζα χρησιμοποιήθηκε ακόμη και το στήθος των Μαρτύρων!
Ο Άγιος Μάρτυς Λουκιανός επρόκειτο να πεθάνη μαρτυρικά για την πίστι του Χριστού. Ήταν ήδη φυλακισμένος. Ναός στη φυλακή δεν υπήρχε, αλλά και ο Μάρτυς δεν μπορούσε να μετακινηθή, όχι μόνο γιατί ήταν δεμένος με βαρειές αλυσίδες, αλλά και γιατί την προηγουμένη ημέρα είχε βασανισθή σκληρά, για να υπογράψη και να δηλώση ότι προσκυνά τα είδωλα και αρνείται τον Χριστό.
Όπως ήταν, λοιπόν, καταπληγωμένος, ξαπλωμένος κάτω, δεμένος με τις αλυσίδες και επειδή ήταν ιερεύς, ετέλεσε ο ίδιος πάνω στο στήθος του, μέσα σε φρικτούς και δυνατούς πόνους, την φρικτωτάτη Θυσία της Θείας Λειτουργίας, χρησιμοποιώντας τον άρτο και τον οίνο, που του έφεραν κρυφά για τα Τίμια Δώρα εκεί, στη φυλακή.
Στη φυλακή όμως δεν ήταν μόνος. Υπήρχαν κι άλλοι χριστιανοί, υποψήφιοι Μάρτυρες κι αυτοί, μελλοθάνατοι για το Χριστό. Όλοι μαζί έκαναν έναν κύκλο γύρο από τον Άγιο Λουκιανό σε σχήμα Ναού, Αγγέλων και Αγίων και κάλυπταν έτσι από πάνω τον Μάρτυρα, για να μην πάρουν είδησι οι ειδωλολάτρες δεσμοφύλακες και οι δήμιοι «τα τελούμενα» της Θείας Λειτουργίας. Φύλαξαν δηλαδή το μεγάλο Μυστήριο από τα βέβηλα μάτια των ειδωλολατρών.
Σκεφθήτε, τι σεβασμός! Να χαμε μάτια, να μπορούσαμε να το δούμε! να μπορούσαμε να το νοιώσουμε!
Ο Άγιος Θεοδώρητος μας πληροφορεί τα εξής για τον Άγιο ερημίτη Μάρι:
Όταν ύστερα από τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια εγκλείστου βίου και σκληρών ασκήσεων, θέλησε να λειτουργηθή και να κοινωνήση των Αχράντων Μυστηρίων (δεν είχε λειτουργηθή τριανταοκτώ ολόκληρα χρόνια! δεν είχε κοινωνήσει εκουσίως αυτά τα χρόνια!) αυτή του την επιθυμία την είπε στον Άγιο Θεοδώρητο, που τον επισκέφθηκε. Διότι, όταν άνοιξε την πόρτα της εγκλείστρας του, για να δεχθή επισκέπτες, δέχθηκε πρώτο τον Άγιο Θεοδώρητο μαζί με δύο διακόνους υποτακτικούς του.
Σ αὐτόν λοιπόν είπε:
«Θέλω να τελεσθή η Θεία Λειτουργία και να κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων. Αύριο με καλεί ο Κύριος!» Τότε ο Άγιος Θεοδώρητος αμέσως και πρόθυμα ετέλεσε την κοσμοσωτήριο Θεία Λειτουργία χρησιμοποιώντας για Αγία Τράπεζα τα χέρια, τις απλωμένες παλάμες των δύο διακόνων! Φρικτός Γολγοθάς και νοητό Θυσιαστήριο τα χέρια και οι παλάμες των δύο διακόνων…
Αυτές βέβαια είναι εξαιρέσεις, που γίνονται σπανιότατα, αλλά απαραίτητες, όταν οι περιστάσεις το απαιτούν. Αγία Τράπεζα λοιπόν και Αντιμήνσιο έγιναν τα στήθη των Μαρτύρων και οι παλάμες των ιεροδιακόνων.
Βιβλιογραφία: («Στοιχεία Ορθόδοξης Λατρείας», Έκδοσις Ιεράς Μονής Παναγίας Παραμυθίας, Ρόδος), – (Πρωτ. Στεφάνου Κ. Αναγνωστόπουλου: Από το βιβλίο: «ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ»)