Τὰ παιδιὰ στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι πλήρη μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἔχουμε εἰδικὲς ἀκολουθίες γιὰ παιδιά, ἐπειδὴ γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἐμπειρία τῶν λειτουργικῶν ἀκολουθιῶν δὲν εἶναι ἀποκλειστικὰ καὶ μόνον λογική.
Ἀκόμα κι ἕνα παιδὶ δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβει ὅλα ὅσα συμβαίνουν μπορεῖ νὰ δεῖ, νὰ ἀκούσει, νὰ ὀσφρανθεῖ, νὰ γευθεῖ, νὰ ἀγγίξει… καὶ νὰ ἀποκτήσει ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Δὲν πρέπει νὰ στεροῦμε τὰ παιδιὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἐμπειρία· πρέπει νὰ τὰ προετοιμάζουμε ὥστε νὰ ἐκτιμήσουν τὴν ἀξία της, νὰ τὴν περιμένουν μὲ χαρὰ καὶ νὰ συμμετέχουν σ’ αὐτὴν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ μὲ ὅλους τοὺς δυνατοὺς τρόπους.
Οἱ γονεῖς δὲν πρέπει νὰ φορτώνουν ὑπερβολικὰ τὰ παιδιὰ μὲ προσευχὲς μεγάλης διάρκειας στὸ σπίτι ἢ πηγαίνοντάς τα σὲ ὅλες τὶς ἀκολουθίες, ἐπειδὴ οἱ ἴδιοι θέλουν νὰ συμμετέχουν σ’ αὐτές.
Δὲ θὰ θέλαμε νὰ κυριεύει τὰ παιδιά μας ἡ τεμπελιά, ὅταν πρόκειται νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησία, ἀλλά, ἂν στὰ μάτια τους ἡ ἐκκλησία δὲν εἶναι παρὰ μία βαρετὴ ὑποχρέωση, εἶναι πιθανὸν νὰ ἐπαναστατήσουν ἐναντίον της.
Ὅσον ἀφορᾶ τὴν καθημερινὴ πρωινὴ καὶ βραδυνὴ προσευχὴ τῆς οἰκογένειας, εἶναι δύσκολο νὰ ὁρισθεῖ συγκεκριμένη χρονικὴ διάρκεια. Οἱ ἡλικίες καὶ οἱ χαρακτῆρες τῶν παιδιῶν μπορεῖ νὰ διαφέρουν καὶ οἱ ψυχικὲς διαθέσεις τους νὰ μεταβάλλονται ἀπὸ μέρα σὲ μέρα.
Τὸ βασικὸ εἶναι νὰ δίνουν οἱ γονεῖς τὸ παράδειγμα, χωρὶς ἐπίδειξη, τῆς τακτικῆς προσευχῆς ὡς φυσικοῦ τμήματος τῆς ἡμέρας καὶ τὰ παιδιὰ νὰ βλέπουν πὼς ὠφελοῦνται ἀπ’ αὐτὴν. Οἱ γονεῖς πρέπει νὰ συμβουλεύονται τὸν πνευματικό τους πατέρα γιὰ κάθε παιδί τους καὶ ἀκόμα νὰ μοιράζονται τὶς ἐμπειρίες τους μὲ ἄλλους γονεῖς.
Ὅταν τὰ παιδιὰ ξέρουν νὰ διαβάζουν, προτιμοῦν συχνὰ νὰ λένε τὶς προσευχὲς τους μόνα τους, μπροστὰ στὶς δικές τους εἰκόνες ἢ στὸ οἰκογενειακὸ εἰκονοστάσι. Ἐπίσης ἀρέσει στὰ παιδιὰ νὰ συμμετέχουν στὴν ἀνάγνωση, ὅταν ὅλη ἡ οἰκογένεια προσεύχεται μαζί.
Εἶναι δυνατὸν ἀκόμα νὰ πάρουν κάποιες κατευθυντήριες γραμμὲς ἀπὸ τὸν πνευματικό τους, ἴσως καὶ ἕναν σύντομο κανόνα προσευχῆς, ἂν μποροῦν νὰ τὸν «σηκώσουν».
Ἡ εἰλικρινὴς καὶ τακτικὴ προσευχὴ εἶναι πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ τὴν ποσοτικὰ μεγάλη προσευχή. Εἶναι καλύτερα γιὰ τὸ παιδὶ νὰ ἔχει ἕναν πολὺ σύντομο «κανόνα» (ἔστω καὶ λίγων λεπτῶν)· μπορεῖ βέβαια, νὰ αὐξήσει τὸ χρόνο τῆς προσευχῆς μόνο του, ἀνάλογα μὲ τὴν ἔμπνευσή του.
Οἱ ὑπενθυμίσεις γιὰ προσευχὴ δὲ θὰ εἶναι ἀπαραίτητες, ἂν τὸ παιδὶ ἔχει ἀποκτήσει τὴ συνήθεια νὰ προσεύχεται καὶ ἔχει ἀντιληφθεῖ πόσο ἀναγκαῖο εἶναι νὰ ζητοῦμε τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι σίγουρο πάντως πώς, μὲ τὸ νὰ εἴμαστε συνεχῶς πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι τοῦ παιδιοῦ γιὰ νὰ τοῦ ὑπενθυμίζουμε «τὸ καθῆκον τῆς προσευχῆς», δὲ θὰ τὸ βοηθήσουμε σὲ καμμιὰ περίπτωση.
Γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς προσχολικῆς ἡλικίας οἱ τακτικὲς προσευχὲς πρέπει νὰ θεωροῦνται ὡς στόχος ἀλλὰ οἱ γονεῖς δὲν πρέπει νὰ ἀνησυχοῦν, ἂν αὐτὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθεῖ καθημερινά.
Μία σύντομη προσευχὴ δίπλα στὸ κρεβάτι μὲ τὸν ἕνα ἢ καὶ τοὺς δύο γονεῖς εἶναι σὲ πολλὲς περιπτώσεις εὐκολότερο νὰ πραγματοποιηθεῖ, καθὼς ἐπίσης καὶ οἱ προσευχὲς πρὶν καὶ μετὰ τὸ φαγητό.
Εἶναι ἀδύνατον νὰ δοθεῖ ἕνας γενικὸς κανόνας, ὅσον ἀφορᾶ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀκολουθιῶν, τὶς ὁποῖες θὰ πρέπει νὰ παρακολουθοῦν τὰ παιδιά. Κάθε περίπτωση ἀπαιτεῖ σκέψη καὶ προσευχὴ καθὼς ἐπίσης καὶ τὴν καθοδήγηση ἑνὸς πνευματικοῦ πατέρα.
Τὸ βασικὸ εἶναι νὰ γνωρίζουμε ὅτι οἱ χριστιανοὶ γονεῖς δὲν θὰ πρέπει νὰ αἰσθάνονται ἔνοχοι, ἂν γιὰ χάρη τῶν παιδιῶν τους, τὰ ὁποῖα δὲν ἔχουν τὰ ἴδια πνευματικὰ μέτρα μ’ αὐτούς, εἶναι ἀναγκασμένοι νὰ πηγαίνουν στὴν ἐκκλησία λιγότερο τακτικὰ ἀπ’ ὅ,τι θὰ ἤθελαν.
Δὲν πρέπει νὰ κατηγοροῦμε οὔτε νὰ μνησικακοῦμε ἐναντίον τῶν παιδιῶν μας· εἶναι προτιμότερο νὰ τὸ δεχθοῦμε, ἀφοῦ ἀφορᾶ, μακροπρόθεσμα, τὸ καλὸ τῶν παιδιῶν καὶ τὴ σωτηρία τους.
Σὲ πολλὲς περιπτώσεις, γονεῖς ποὺ ἔχουν ἀποδεχθεῖ μία τέτοια κατάσταση, αἰσθάνονται πιὸ κοντὰ στὸ Θεό, γεύονται τὴ χάρη Του συχνότερα ἀπ’ ὅτι πρίν, ὅταν παραμελοῦσαν τὴν οἰκογένειά τους γιὰ νὰ παρακολουθήσουν πολλὲς φορὲς τὴν ἑβδομάδα τὶς ἀκολουθίες ἢ ἔφερναν τὰ παιδιὰ τους πιὸ συχνὰ ἀπ’ ὅ,τι ἔπρεπε στὴν ἐκκλησία.
Ἡ ζωὴ τῶν παιδιῶν μας γίνεται καὶ δική μας ζωή· αὐτὴ εἶναι ἡ κένωσή μας ὡς γονεῖς καὶ αὐτὴ θὰ μᾶς φέρει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. «Κάθε τι στὴν ὥρα του»· ὅταν τὰ παιδιὰ μας γίνουν ἀνεξάρτητα θὰ ἔχουμε περισσότερο χρόνο γιὰ νὰ παρακολουθοῦμε τὶς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας ὅπως καὶ ὅσο θέλουμε.
Σὲ κάθε ἀκολουθία «παρατιθέμεθα ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους καὶ πᾶσαν τὴν ζωὴν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ». Ἂν δὲν μποροῦμε νὰ νηστέψουμε ἢ νὰ μελετήσουμε ἢ νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία, ὅσο θὰ θέλαμε, πρέπει νὰ ὑπενθυμίζουμε στὸν ἑαυτό μας ὅτι ἡ ζωὴ τῆς προσευχῆς πρέπει νὰ εἶναι γνήσια, ὄχι τεχνητή.
Ὅταν ζοῦμε ρεαλιστικὰ καὶ ἐμπιστευόμαστε ἐνεργὰ τὴ ζωή μας στὸν Θεό, μᾶς χαρίζεται ἡ ἐμπειρία τῆς Θείας Πρόνοιας στὴ δική μας συγκεκριμένη κατάσταση.
Τὸ χρόνο ποὺ ἀφιερώνουμε – καὶ πρέπει νὰ βρίσκουμε χρόνο – γιὰ κατὰ μόνας προσευχὴ καὶ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δὲν πρέπει νὰ τὸν ἀφαιροῦμε ἀπὸ τὸ χρόνο ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ περάσουμε μὲ τὴν οἰκογένειά μας.
Ὁ,τιδήποτε κάνουμε ἔχει ὡς σκοπὸ τὴν ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· αὐτὸ σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ κάνουμε ὅ,τι συμφωνεῖ μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ μᾶς στὴ δική μας συγκεκριμένη προσωπικὴ περίπτωση.
Ἂν ἔχουμε παιδιά, τὸ ἱερὸ ἔργο τοῦ γονέα θὰ μᾶς ἁγιάσει τόσο, ὅσο καὶ ἡ νηστεία, ἡ ἀτομική μας προσευχὴ καὶ ἡ μελέτη. Χρειαζόμαστε διάκριση γιὰ νὰ βροῦμε τὸ μέτρο τῆς καθημερινῆς μας προσευχῆς στὴν ἡσυχία- μόνοι μὲ τὸν θεὸ- ἀποφεύγοντας τὰ ἄκρα.
Δὲν πρέπει νὰ χρησιμοποιοῦμε τὴν οἰκογένειά μας ὡς δικαιολογία γιὰ νὰ μὴ βρισκόμαστε ποτὲ μόνοι μὲ τὸν Θεό, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ ἀνάγκη μας γιὰ ἀπομόνωση νὰ χρησιμεύει ὡς δικαιολογία γιὰ νὰ ξεφεύγουμε ἀπὸ τὶς οἰκογενειακές μας ὑποχρεώσεις.
Τὰ παιδιὰ ποὺ αἰσθάνονται πλήξη στὴν ἐκκλησία, θὰ τὴν ξεπεράσουν εὐκολότερα, ἂν δὲν φοβοῦνται νὰ μιλήσουν γι’ αὐτήν. Μποροῦμε νὰ τὴν ἀναφέρουμε ὡς πειρασμὸ, ὁ ὁποῖος ἐνοχλεῖ καὶ τοὺς μεγάλους. ( Τὰ παιδιὰ τοὺς βλέπουν νὰ κοιτάζουν τὸ ρολόι τους, νὰ κουβεντιάζουν…).
Μποροῦμε ἐπίσης νὰ ἐνθαρρύνουμε τὰ παιδιὰ νὰ μιλοῦν στὸ Χριστὸ γιὰ τὰ προβλήματα καὶ τὶς χαρὲς τους κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀκολουθίας, ἂν εἶναι κουρασμένα καὶ δὲν μποροῦν νὰ τὴν παρακολουθήσουν – κι ἀκόμη νὰ τοῦ μιλοῦν γιὰ τὴν πλήξη τους καὶ νὰ ζητοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τὰ βοηθήσει νὰ αἰσθανθοῦν τὴν ἀκολουθία.
Ὅταν «δὲν μποροῦμε νὰ προσευχηθοῦμε» πρέπει νὰ τὸ ἐξομολογούμαστε πρῶτα στὸν Θεό, ἐπειδὴ εἶναι σύμπτωμα πνευματικῆς ἀσθένειας. Τὰ μικρὰ παιδιὰ μποροῦμε νὰ τὰ βγάζουμε λίγο ἔξω, νὰ τοὺς δίνουμε κάτι νὰ δοῦν ἢ νὰ κρατήσουν, νὰ τοὺς ἐξηγοῦμε τί συμβαίνει ἢ νὰ τοὺς δείχνουμε κάτι μέσα στὸ ναό.
Ὅταν ἡ ἀκολουθία εἶναι πολὺ μεγάλη, μποροῦμε νὰ τὰ φέρνουμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ παρακολουθήσουν μόνο ἕνα μέρος της.
Οἱ ψάλτες, οἱ ἀναγνῶστες, ὅσοι ὑπηρετοῦν στὸ ναὸ ἢ συμμετέχουν στὴν κοινὴ προσευχὴ πρέπει νὰ ἐκτελοῦν τὸ διακόνημά τους μὲ τρόπο ἀντάξιο τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐμπνέουν τοὺς παρόντες καί, πάνω ἀπ’ ὅλα, νὰ μὴ διώχνουν ἀπὸ τὴν ἐκκλησία τὰ παιδιὰ ἢ τοὺς ἄλλους παρόντες ποὺ δὲν εἶναι σταθερὰ μέλη τῆς ἐκκλησίας.
«Ὃς δ’ ἂν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῆ μύλος ὀνικὸς εἰς τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ καταποντισθῆ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης».
Μαγδαληνή Μοναχή
Πηγή: inaa.gr