5 Μαρτίου: Όσιος Μάρκος ο ασκητής.
Ο Όσιος Μάρκος ήταν Αθηναίος και έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. Αφού έλαβε αξιόλογη μόρφωση, εγκατέλειψε την Αθήνα και πήγε στην Αντιόχεια, όπου μαθήτευσε κοντά στον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο (βλέπε 13 Νοεμβρίου). Αργότερα εκάρη μοναχός και αφιέρωσε τον εαυτό του στην μελέτη των Θείων Γραφών και έφθασε στον ύψιστο βαθμό της αρετής. Φανερές αποδείξεις και οι λόγοι που εγράφησαν από αυτόν για την ωφέλεια και την ενέργεια των θαυμάτων. Γιατί κάποτε, ενώ ησύχαζε, πλησίασε αυτόν μια ύαινα που είχε το παιδί της τυφλό, με ταπεινή στάση σαν να παρακαλούσε να την ευσπλαχνισθεί για την τύφλωση του μικρού της. Και ο Όσιος, αφού κατάλαβε, έπτυσε στα μάτια του ζώου και αυτό βρήκε την όρασή του. Μετά από ημέρες ήλθε πάλι η ύαινα στον Άγιο, μεταφέροντάς του το δέρμα ενός μεγάλου κριαριού ως ανταπόδοση για την θεραπεία. Αυτός όμως δεν δεχόταν να το λάβει, προτού το θηρίο υποσχεθεί να μην βλάπτει πια τα πρόβατα των πτωχών.
Ο Όσιος είχε φθάσει σε τέτοια ύψη αρετής, ώστε ο πρεσβύτερος της μονής έλεγε ότι ποτέ αυτός δεν μετέδωσε Θεία Κοινωνία στον Όσιο, αλλά την παρείχε σε αυτόν χέρι Αγγέλου.
Ο Όσιος Μάρκος κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας.
Από τα έργα του σώζονται μόνο μερικοί λόγοι, επιστολές και συμβουλευτικές πραγματείες. Είναι δε τόση η πρακτικότητα και η ωφέλεια τους, ώστε ελέχθη για τον συγγραφέα τους, ότι: «Πάντα πώλησαν καὶ Μᾶρκον ἀγόρασαν». Να όμως, και μερικά από τα πολύτιμα παραγγέλματα του:
«Προτιμότερον να σε βλάπτουν οι άνθρωποι παρά να σε εξουσιάζουν οι δαίμονες».
«Ο απλούς, αλλά ταπεινόφρων άνθρωπος είναι σοφότερος από τους σοφούς».
«Όποιος ενθυμείται τα προηγούμενα σφάλματα του, προφυλάσσεται από τα μέλλοντα».
«Εάν δεν υπέστης θλίψεις να μη νομίζεις ότι έχεις αρετήν. Διότι δεν είναι τίποτε ό,τι φύεται μέσα εις την άνεσιν».
Σιγάς ὁ Mᾶρκος τῷ τεθνηκότων νόμῳ,
Ἀλλ’ οὐ σιγῇ δώσω σε καὶ τεθνηκότα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἄγγελος ἔζησας, ἐν τῇ ἐρήμῳ σοφέ, καὶ ὤφθης ἀνάπλεως, τῶν ἐκ Θεοῦ δωρεῶν, ὦ Μᾶρκε Πατὴρ ἡμῶν· ὅθεν ἐν σοὶ ἐξέστη, Σεραπίων ὁ θεῖος, καὶ ἤγγειλε τοῖς ἐν κόσμῳ, τὴν ἁγίαν ζωήν σου· μεθ’ οὗ ἀεὶ δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ πόλεως ἤνθησας, τῶν Ἀθηνῶν τῆς λαμπρᾶς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω ἐν γῇ, τρωθεὶς θείῳ ἔρωτι· ὅθεν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὁ ἀββᾶς Σεραπίων, εὗρέ σε θείᾳ νεύσει, Ὁσιώτατε Μᾶρκε· διὸ τῆς πολιτείας σου, τὸν τρόπον ἀγάμεθα.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἐρήμῳ Ὅσιε, στερρῶς ἀσκήσας, καὶ τραφεὶς ὡς ἄγγελος, ἀπ’ οὐρανοῦ ὑπερφυῶς, Ἀγγέλων ὤφθης ἰσότιμος, Μᾶρκε παμμάκαρ, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.
Μεγαλυνάριον
Βλάστημα ὑπάρχων τῶν Ἀθηνῶν, ἄνθος τῆς ἐρήμου, διὰ βίου ἀγγελικοῦ, Μᾶρκε ἀνεδείχθης, καὶ κόσμῳ διαπνέεις, τῶν ἀρετῶν σου Πάτερ, ὀσμὴν τὴν κρείττονα.