Μεγάλη Δευτέρα: Ιωσήφ του Παγκάλου – Η άκαρπη συκιά…
Η άκαρπη συκιά
Την Μεγάλη Δευτέρα ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός αναχώρησε από την Βηθανία πολύ πρωΐ μαζί με τους Αποστόλους κατευθυνόμενος προς την Ιερουσαλήμ. Η Βηθανία βρίσκεται στα ανατολικά της Ιερουσαλήμ στην ανατολική πλευρά του όρους των Ελαιών. Όποιος κατευθυνόταν από την Ιεριχώ προς την Ιερουσαλήμ ο δρόμος τον οδηγούσε στην πόλη διερχόμενος από το όρος των Ελαιών. Πριν αναχωρήσει από το κατάλυμα όπου διενυκτέρευσε και ήταν το σπίτι του Λαζάρου δεν είχε φάγει και επομένως κατά την διαδρομή πείνασε. Αληθινά φαίνεται παράξενο ότι Αυτός έφυγε από το σπίτι που κυβερνούσε μία άγρυπνη οικοδέσποινα όπως η Μάρθα η αδελφή του Λαζάρου, χωρίς να λάβει τροφή.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο παράδοξο του επεισοδίου αυτού· ακόμη και άλλα σημεία του μας οδηγούν να το θαυμάσουμε σαν μία απ’ αυτές τις συμβολικές πράξεις που οι αρχαίοι Προφήτες και ιδιαίτερα ο Ιεζεκιήλ έκαναν συχνά.
Η πράξη ήταν αληθινή και πραγματική, αλλά ξεπερνούσε τα πλαίσια της κανονικής ζωής, επειδή απέβλεπε μόνο στο να εκφράσει με ορατό τρόπο και σχεδόν απτό μία ωρισμένη διδασκαλία.
Για να καθυσηχάσει λοιπόν την πείνα του ο Ιησούς πλησίασε μία συκιά με άφθονα φύλλα, που βρισκόταν κοντά στο δρόμο, όπως ακόμα και σήμερα βλέπει κανείς στο όρος των Ελαιών, και ζήτησε ανάμεσα στα φύλλα να βρεί σύκα. Αλλά καρπός δεν υπήρχε και ούτε μπορούσε να υπάρχει για τον απλούστατο λόγο, όπως λέγει ο Μάρκος- «ου γαρ ην καιρός σύκων». Ήταν πράγματι οι πρώτες ημέρες του Απριλίου και εκείνη την εποχή, ακόμη και στις πιο θερμές περιοχές της Χώρας όπως της Ιεριχούς πολύ περισσότερο στην ορεινή περιοχή της Ιερουσαλήμ δεν υπήρχαν σύκα.
Θέλοντας λοιπόν να κρίνουμε εκείνο το δέντρο σαν να ήταν ένα ηθικό και υπεύθυνο πρόσωπο έπρεπε να ομολογήσουμε ότι αυτό δεν ήταν «ένοχο» αν δεν είχε καρπούς εκείνη την εποχή. Στην πραγματικότητα ο Ιησούς ζητούσε ο,τι κανονικά δεν μπορούσε να βρεί. Παρ’ όλα αυτά καταράσθηκε εκείνο το δέντρο λέγοντας «μηκέτι εκ σου εις τον αιώνα μηδείς καρπόν φάγοι»
Όλες αυτές οι σκέψεις επικυρώνουν ότι ο Ιησούς θέλησε να επιτελέσει μία πράξη που είχε σημασία συμβόλου, ανάλογη π.χ. με την θραύση της στάμνας που έκανε ο Ιερεμίας (κεφ. ιθ΄), με την πράξη που έκανε ο Ιεζεκιήλ κόβοντας μαλιά και γένεια με ένα ακονισμένο σπαθί (κεφ. ε΄) και με τόσες παράδοξες πράξεις των αρχαίων Προφητών, που όλες είχαν μία συμβολική σημασία.
Στη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, η έναρξη της επόμενης ημέρας γίνεται από το απόγευμα της προηγουμένης. Έτσι, λοιπόν, οι Ακολουθίες που τελούνται το βράδυ της Μεγάλης Εβδομάδας, αφορούν στα γεγονότα της επομένης ημέρας.
Σήμερα, στη μέση, περίπου, της Ακολουθίας του Όρθρου, διαβάζεται το Συναξάρι, το οποίο συνοψίζει το νόημα της κάθε ημέρας. «Κατά την Αγία και Μεγάλη Τρίτη, θυμόμαστε την παραβολή των δέκα παρθένων, εκ του ιερού Ευαγγελίου». Ο Κύριος, κατά την ανάβασή Του προς τα Ιεροσόλυμα, πλησιάζοντας προς το εκούσιο Πάθος Του, έλεγε στους μαθητές Του ορισμένες παραβολές, προκειμένου να τους προετοιμάσει.
Μια από αυτές είναι και «η παραβολή των δέκα παρθένων». Τι λέει, λοιπόν, η παραβολή;
Θα γινόταν ένας γάμος. Δέκα κοπέλες βγήκαν να προϋπαντήσουν το γαμπρό που ερχόταν. Οι πέντε από αυτές ήταν μυαλωμένες. Οι άλλες πέντε ήταν άμυαλες. Πήραν όλες τα λυχνάρια τους, για να τον υποδεχτούν. Οι άμυαλες δεν πήραν μαζί τους λάδι για να τα ανάψουν. Ο γαμπρός αργούσε να έρθει κι όλες αποκοιμήθηκαν. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκαν φωνές: «Να! Έρχεται ο γαμπρός! Βγείτε να τον υποδεχτείτε!» Τότε οι μυαλωμένες με το λάδι τους άναψαν τα λυχνάρια τους και έτρεξαν να υποδεχτούν τον γαμπρό και να χαρούν με τη γαμήλια γιορτή. Οι άμυαλες ζητιάνευαν λάδι από τις μυαλωμένες, αλλά εκείνες δεν τους έδιναν, γιατί, αν μοίραζαν το λάδι τους, δεν θα έφθανε ούτε γι’ αυτές. Έφυγαν, λοιπόν, και πήγαν μες στη νύχτα να αγοράσουν.
Στο μεταξύ ήρθε ο γαμπρός κι όλη η συνοδεία του και οι πέντε μυαλωμένες κοπέλες μπήκαν στο σπίτι, όπου θα γινόταν το γαμήλιο γλέντι. Όταν έφτασαν οι πέντε άμυαλες (μωρές) κοπέλες, πολύ αργότερα, και ζήτησαν να μπουν κι αυτές μέσα, δεν τους άνοιξαν. «Ποιες είστε; Δεν σας γνωρίζω», είπε ο γαμπρός. Η παραβολή ολοκληρώνεται με τον Ιησού να λέει στους μαθητές του: «Γι’ αυτό, να είστε σε εγρήγορση, επειδή δεν γνωρίζετε ούτε την ημέρα ούτε την ώρα».
Με αυτό τον τρόπο, η ανάγκη της συνεχούς ετοιμασίας για την τρομερή εκείνη ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας προβάλλει επιτακτική. Ο επίγειος βίος μας είναι καθοριστικός για τον επέκεινα της ζωής αυτής προορισμό μας. Οι φρόνιμες παρθένες φρόντισαν να είναι έτοιμες για την υποδοχή του Νυμφίου, σε αντίθεση με τις μωρές και νωθρές παρθένες, οι οποίες είχαν διασπάσει την προσοχή τους σε άλλες – δευτερευούσης σημασίας – έννοιες και δεν φρόντισαν να έχουν τα απαραίτητα εφόδια για την υποδοχή του Νυμφίου και να εξασφαλίσουν την είσοδό τους στη λαμπρή γαμήλια ευφροσύνη.
Οι παρθένες είναι οι ψυχές μας και η προμήθεια λαδιού για το λυχνάρι είναι ο επίγειος συνεχής αγώνας για να κάνουμε το θέλημα του Θεού, να κάνουμε έργα ευποιίας, να παραμερίζουμε από την ύπαρξή μας συνεχώς όλα εκείνα τα στοιχεία που είναι παρείσακτα στη φύση μας και αντιστρατεύονται την πνευματική μας πρόοδο και τελείωση. Το λυχνάρι είναι η παρρησία μας μπροστά στο Θεό.
Οι φρόνιμες παρθένες συμβολίζουν τις αγαθής προαίρεσης ψυχές, οι οποίες ζουν αδιάκοπα την λαχτάρα της ένωσής τους με το Νυμφίο της Εκκλησίας, τον σωτήρα Χριστό. Γι’ αυτό αγωνίζονται αέναα να αποκτούν αρετές και πνευματική προκοπή και να περιθωριοποιούν όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία αντιστρατεύονται την ένωσή τους με το Θεό. Οι μωρές παρθένες συμβολίζουν τις ράθυμες, αδιάφορες και εν πολλοίς εχθρικά προς το Χριστό διατελούσες ψυχές. Είναι εκείνες οι ψυχές οι οποίες απορροφημένες από την υλιστική ευδαιμονία, αδιαφορούν για την πνευματική πρόοδο και την εν Χριστώ σωτηρία.
Η παραβολή μας υπενθυμίζει ότι μπορεί κανείς να αγωνίζεται στη ζωή του να είναι καλός άνθρωπος, αλλά αυτό δεν τον σώζει. Η σωτηρία έρχεται σαν αποτέλεσμα όχι μόνο των καλών έργων, αλλά της ορθής πίστης προς τον Σωτήρα Χριστό, που εκφράζεται σε καλά έργα. Πίστη χωρίς έργα είναι νεκρή και έργα χωρίς ορθή πίστη μένουν άκαρπα και ανώφελα.
Το νόημα της όλης παραβολής συνοψίζεται στο τέλος του, περικλείεται κυρίως στη λέξη «γρηγορείτε»!
Πόσοι από μας κοιμόμαστε σε όλη μας τη ζωή; Το λέμε αυτό ονειροπόληση ή φαντασία. Αλλά στην πραγματικότητα είναι ύπνος βαρύς. Η αλήθεια γίνεται όνειρο, ενώ τα όνειρα αποκτούν πειστικότητα. Οι μέρες μας γίνονται νύχτες και η ζωή μας υπνοβασία. Σ’ αυτή μας την κατάσταση αλήθεια δεν απευθύνεται ο Θεός με τα λόγια του Προφήτη Ησαΐα (51.17): «Εξεγείρου, ανάστηθι…»; Είναι τα φώτα μας ακόμα αναμμένα; Είμαστε σαν τις φρόνιμες παρθένες;
Σ’ αυτόν τον νυμφώνα τον ουράνιο καλούμεθα να γίνουμε οικήτορες, να κατοικήσουμε, να συναυλιζόμαστε μετά των Αγγέλων, μετά των Αγίων, σε ουράνια παστάδα, στην Άνω Ιερουσαλήμ, στο κάλλος της Βασιλείας των Ουρανών, στο φως το απρόσιτον, στον υπέρφωτο γνόφο της αγνωσίας του Θεού, αφού καθάρουμε τον χιτώνα της ψυχής μας.
Πηγή: ekklisiaonline.gr