Η Ευαγγελική περικοπή για την Κυριακή των Βαΐων: Η είσοδος του Ιησού στα Ιεροσόλυμα μετά την έγερση του Λαζάρου.
Έξι μέρες πριν από το Πάσχα ήρθε ο Ιησούς στη Βηθανία όπου έμενε ο Λάζαρος, που είχε πεθάνει, και ο Ιησούς τον ανέστησε από τους νεκρούς.
Ετοίμασαν, λοιπόν, εκεί για χάρη του δείπνο, και η Μάρθα υπηρετούσε, ενώ ο Λάζαρος ήταν ένας απ’ αυτούς που παρακάθονταν μαζί με τον Ιησού στο δείπνο.
Τότε η Μαρία πήρε μια φιάλη από το πιο ακριβό άρωμα της νάρδου κι άλειψε τα πόδια του Ιησού. Έπειτα σκούπισε με τα μαλλιά της τα πόδια του, κι όλο το σπίτι γέμισε με την ευωδιά του μύρου.
Λέει τότε ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας από τους μαθητές του, αυτός που σκόπευε να τον προδώσει:
«Γιατί να μην πουληθεί αυτό το μύρο για τριακόσια αργυρά νομίσματα και τα χρήματα να διανεμηθούν στους φτωχούς;»
Αυτό το είπε όχι γιατί νοιαζόταν για τους φτωχούς, αλλά γιατί ήταν κλέφτης και, καθώς διαχειριζόταν το κοινό ταμείο, συχνά κρατούσε για τον εαυτό του από τα χρήματα που έβαζαν σ’ αυτό.
Είπε τότε ο Ιησούς: «Άφησέ την ήσυχη, αυτό που κάνει είναι για την ημέρα του ενταφιασμού μου.
Οι φτωχοί πάντοτε θα υπάρχουν κοντά σας, εμένα όμως δε θα με έχετε πάντοτε».
Πλήθος πολύ από τους Ιουδαίους της πόλεως έμαθαν ότι ο Ιησούς βρίσκεται εκεί και ήρθαν για να δουν όχι μόνο αυτόν αλλά και το Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς.
Γι’ αυτό οι αρχιερείς αποφάσισαν να σκοτώσουν και το Λάζαρο,
επειδή εξαιτίας του πολλοί Ιουδαίοι εγκατέλειπαν αυτούς και πίστευαν στον Ιησού.
Την άλλη μέρα το μεγάλο πλήθος που είχε έρθει για τη γιορτή του Πάσχα, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα
πήραν κλαδιά φοινικιάς, και βγήκαν από την πόλη να τον προϋπαντήσουν κραυγάζοντας:
Δόξα στο Θεό! Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο! Ευλογημένος ο βασιλιάς του Ισραήλ!
Ο Ιησούς είχε βρει ένα γαϊδουράκι και κάθισε πάνω του, όπως λέει η Γραφή:
Μη φοβάσαι θυγατέρα μου, πόλη της Σιών, να που έρχεται σ΄εσένα ο βασιλιάς σου, σε γαϊδουράκι πάνω καθισμένος.
Αυτά στην αρχή δεν τα κατάλαβαν οι μαθητές του, όταν όμως ο Ιησούς ανυψώθηκε στη θεϊκή δόξα, τότε τα θυμήθηκαν. Ό,τι είχε γράψει για κείνον η Γραφή, αυτά έκαναν σ΄ Αυτόν.
Όλοι, λοιπόν, εκείνοι που ήταν μαζί με τον Ιησού, όταν φώναξε το Λάζαρο από τον τάφο και τον ανέστησε από τους νεκρούς, διηγούνταν αυτά που είχαν δει.
Γι’ αυτό ήρθε το πλήθος να τον προϋπαντήσει, επειδή έμαθαν ότι αυτός είχε κάνει το θαυμαστό αυτό σημείο.
Μετάφραση: (Ιωάν. ιβ΄ 1-18)
Ερμηνεία:
Αυτό το απόσπασμα είναι από το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, (κεφ. 12, στίχοι 1-18) και περιγράφει τα γεγονότα του Ιησού, λίγο πριν το εβραϊκό Πάσχα, το λεγόμενο Πεσάχ για τους εβραίους, που το όνομα αυτό σημαίνει, “διάβαση” ή “προσπέραση. Συγκεκριμένα στον Ιουδαϊσμό, το Πάσχα είναι η γιορτή που τιμά την απελευθέρωση των Εβραίων από την αιγυπτιακή δουλεία και την διάβαση τους από την Ερυθρά Θάλασσα. Ενώ σε εμάς στον Χριστιανισμό, η λέξη “Πάσχα” είναι η ελληνοποιημένη απόδοση της εβραϊκής Πεσάχ και γιορτάζουμε την Ανάσταση του Χριστού. Που η Ανάσταση του Χριστού για εμάς τους Χριστιανούς, είναι το θεμέλιο της πίστης μας, και συμβολίζει την νίκη της ζωής επί του θανάτου.
Περιληπτικά τα κύρια σημεία που τονίζονται σε αυτή την Ευαγγελική περικοπή, είναι τα εξής:
Η επίσκεψη στη Βηθανία: Έξι μέρες πριν το Πάσχα, ο Ιησούς πηγαίνει στη Βηθανία, στο σπίτι του Λάζαρου, που είχε αναστήσει από τους νεκρούς. Εκεί γίνεται δείπνο προς τιμήν του.
Η πράξη της Μαρίας: Η Μαρία, αδελφή του Λάζαρου, αλείφει τα πόδια του Ιησού με πολύτιμο άρωμα και τα σκουπίζει με τα μαλλιά της. Ο Ιούδας Ισκαριώτης διαμαρτύρεται ότι το μύρο θα μπορούσε να πουληθεί και τα χρήματα να δοθούν στους φτωχούς — όχι από ενδιαφέρον για τους φτωχούς, αλλά επειδή ήταν κλέφτης.
Η απάντηση του Ιησού για την πράξη της Μαρίας: Ο Ιησούς υπερασπίζεται τη Μαρία, λέγοντας ότι η πράξη της προετοιμάζει τον ενταφιασμό του, υπονοώντας τον επικείμενο θάνατό του.
Η αντίδραση των Ιουδαίων και των αρχιερέων για την Ανάσταση του Λαζάρου: Πολλοί Ιουδαίοι πηγαίνουν να δουν τον Ιησού και τον Λάζαρο. Επειδή εξαιτίας του Λάζαρου πολλοί πίστευαν στον Ιησού, οι αρχιερείς αποφασίζουν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο.
Η θριαμβευτική είσοδος στην Ιερουσαλήμ και η εκπλήρωση της προφητείας του Προφήτου Ζαχαρία: Την επόμενη μέρα, ο Ιησούς μπαίνει στα Ιεροσόλυμα και πλήθος κόσμου τον υποδέχεται με φοινικόκλαδα, αναγνωρίζοντάς τον ως βασιλιά του Ισραήλ. — Εδώ επαληθεύεται και εκπληρώνεται η Προφητεία του Ζαχαρία που λέει: Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδοὺ ὁ βασιλεὺς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καὶ σῴζων αὐτός, πραΰς καὶ ἐπιβεβηκὼς ἐπὶ ὑποζύγιον καὶ πῶλον νέον. (Ζαχαρίας 9:9) Μετάφραση: «Χαίρε σφόδρα, θυγάτερ Σιών· κήρυξε, θυγάτερ Ιερουσαλήμ· ιδού, ο βασιλεύς σου έρχεται σε σένα, δίκαιος και σωτήρας, αυτός πραύς και καθισμένος πάνω σε υποζύγιο και πώλο νέο.»
Οι μαθητές δεν καταλαβαίνουν τότε τον συμβολισμό των γεγονότων: Οι μαθητές του Ιησού δεν είχαν καταλάβει ακόμη τη σημασία των γεγονότων, που συνέβησαν τότε, και που υπήρχαν στη γραφή, αλλά αργότερα, μετά τη δόξα του Ιησού (την Ανάσταση), συνειδητοποιούν ότι όλα είχαν προφητευτεί.
Η φήμη του Ιησού: Το πλήθος εντυπωσιάζεται από την ανάσταση του Λάζαρου και αυτό ενισχύει τη φήμη του Ιησού ως Μεσσία.
Αρχικό Κείμενο:
Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.
ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ.
ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου.
λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι·
διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς;
εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν.
εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό.
τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.
Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν.
ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν,
ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν.
Τῇ ἐπαύριον ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα,
ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἔκραζον· ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ.
εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον·
μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου.
Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ.
Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.
διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.
(Ιωάν. ιβ΄ 1-18)