Γι΄ αυτό η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με έναν βασιλιά, που επήρε την απόφαση να ρυθμίσει τους λογαριασμούς του με τους “δούλους” του.
Μόλις, λοιπόν, άρχισε να ρυθμίζει τους λογαριασμούς του, του έφεραν έναν άνθρωπο που του ώφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα·
ποσόν που εκείνος δεν μπορούσε να το εξοφλήσει. Και διέταξε να τον πουλήσουν και τον ίδιο και τη γυναίκα του και τα παιδιά του και όλα του τα υπάρχοντα, για να συγκεντρωθεί το οφειλόμενο ποσό.
Μα τότε ο δούλος εκείνος έπεσε στα πόδια του, τον προσκύνησε και τον παρεκάλεσε:
-Κύριε, μακροθύμησε λίγο σε μένα. Και θα σου τα επιστρέψω όλα.
Και ο κύριος του δούλου εκείνου τον ευσπλαχνίσθηκε και όχι μόνο τον άφησε ελεύθερο, αλλά του χάρισε και το δάνειο!
Βγαίνει, λοιπόν, ο δούλος εκείνος και πάει και βρίσκει ένα σύνδουλό του, που του ώφειλε εκατό δηνάρια. Τον συνέλαβε και του έβαλε τη θηλιά στο λαιμό:
-Αυτή τη στιγμή να μου εξοφλήσεις αυτά που μου χρωστάς!…
Έπεσε, λοιπόν, ο σύνδουλός του στα πόδια του και τον καθικέτευε λέγοντάς του:
-Μακροθύμησε λίγο σε μένα· και θα σου τα επιστρέψω!
Μα εκείνος δεν συγκατατέθηκε. Αντίθετα επήγε, έκαμε τις νόμιμες ενέργειες και τον έκλεισε στη φυλακή, μέχρι να του εξοφλήσει το χρέος του!…
Όμως αυτά έπεσαν στην αντίληψη των άλλων συνδούλων του. Και ελυπήθηκαν πολύ. Και επήγαν στον κύριό τους και τα είπαν όλα λεπτομερώς.
Τότε ο κύριός του τον ειδοποίησε να εμφανισθεί μπροστά του και του είπε:
-Δούλε πονηρέ, εγώ σου εχάρισα όλο εκείνο το τεράστιο χρέος σου, μόνο και μόνο γιατί με παρεκάλεσες!
Δεν αισθάνθηκες την υποχρέωση να συμπονέσεις και συ τον σύνδουλό σου, στο βαθμό που σε είχα συμπονέσει εγώ;
Και ο κύριός του θύμωσε. Και έβγαλε απόφαση: να τον υποβάλουν σε σκληρά βασανιστήρια, μέχρι που να αποδώσει ολόκληρο το χρέος του.
Με τον ίδιο τρόπο θα σας φερθεί ο επουράνιος Πατέρας Μου, αν δεν συγχωρείτε ο καθένας σας τον αδελφό του, για όσα σας κάνει, μέσα από την καρδιά σας!
Απόδοση στη Νέα Ελληνική: Κατά Ματθαίον (ιη΄ 23-35)
Αρχικό Κείμενο
Διὰ τοῦτο ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ, ὃς ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ.
ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων.
μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι.
πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε, μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ πάντα σοι ἀποδώσω.
σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ.
ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγε λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις.
πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ᾿ ἐμοὶ καὶ ἀποδώσω σοι.
ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον.
Ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα.
τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με.
οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγώ σε ἠλέησα;
καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ.
Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν.
Αρχικό Κείμενο: Κατά Ματθαίον (ιη΄ 23-35)