Εις τήν προηγούμενη σύναξί μας, αγαπητοί μου εν Χριστώ αδελφοί, είχαμε αναφερθή εις τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους αδελφούς μας… εις τό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τούς δούλους σου», καί είχαμε αναφέρει, ότι αυτή η προσευχή ενδείκνυται καί επιβάλλεται, μέ τό παραπάνω γιά τούς κεκοιμημένους σέ σχέσι μέ τούς ζώντας αδελφούς μας, εφ’ όσον οι κεκοιμημένοι δέν μπορούν πλέον νά βοηθήσουν τόν εαυτό τους.
Διότι έχει πλέον λήξει η προθεσμία μετανοίας τους.
Καί εδώ απλώς νά ξανατονίσωμε εις τήν αγάπη σας, ότι τήν πρώτη μόνο φορά, όταν ξεκινάμε τήν ευχή, είναι πολύ καλό καί ενδείκνυται νά αναφέρωμε κάποια ονόματα κεκοιμημένων, όπως ονόματα συγγενικών προσώπων, γνωστών μας, ή προσώπων γιά τά οποία αισθανόμεθα κάποιας πνευματικής ή υλικής φύσεως ευγνωμοσύνη καί τά παρόμοια. Νά αναφέρωμε δηλαδή τήν πρώτη μόνο φορά τά ονόματα αυτά καί μετά, εν συνεχεία, χωρίς νά κουραζώμεθα, νά ζαλιζώμεθα, καί έτσι νά συγχέεται ο νούς μας επαναλαμβάνοντας συνεχώς τά ίδια ονόματα, νά λέμε απλά, μόνο, τό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τούς δούλους Σου». Εκεί μέσα, εις τό »ανάπαυσον τούς δούλους Σου», ευρίσκονται όλοι οι απ’ αιώνος κεκοιμημένοι αδελφοί μας, αλλά επί πλέον, κατά έναν εντελώς ξεχωριστό, μοναδικό καί ιδιαίτερο τρόπο, ευρίσκονται καί τά ονόματα πού αναφέραμε τήν πρώτη μόνο φορά, εις τήν αρχή. Καί έτσι οι πάντες ωφελούνται, καί οι σεσωσμένοι καί οι κολασμένοι, εφ’ όσον καί στίς δύο καταστάσεις υπάρχουν άπειρες διαβαθμίσεις.
Εις τό Γεροντικό αναφέρεται, σχετικά μέ τόν αββά Μακάριο, τό εξής: «Είπε ο αββάς Μακάριος: »Περπατώντας κάποτε εις τήν έρημο, βρήκα παραπεταμένο στό έδαφος ένα κρανίο νεκρού. Καί κουνώντας το μέ τό ραβδί, μού μίλησε τό κρανίο. Καί τού λέγω: «Σύ ποιός είσαι;» Τό κρανίο μού αποκρίθηκε: «Εγώ ήμουν ιερεύς τών ειδώλων καί τών εθνικών όπου είχαν απομείνει σέ αυτόν τόν τόπο. Καί σύ είσαι ο Μακάριος, όπου έχεις τό Άγιο Πνεύμα μέσα σου. Όταν εσύ σπλαγχνισθής όσους είναι στήν κόλασι, Μακάριε, καί προσευχηθής γι’ αυτούς, βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Τού λέγω: «Ποιά είναι η παρηγοριά; Καί ποιά η Κόλασι;» Μού αποκρίνεται τό κρανίο: «Όσο απέχει ο ουρανός από τήν γή, τόση είναι η φωτιά κάτω από εμάς. Στεκόμαστε δέ, από τά πόδια έως τό κεφάλι, μέσα σέ αυτή τήν φωτιά καί δέν μπορούμε νά κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο μέ πρόσωπο, αλλά η ράχη τού ενός είναι κολλημένη στήν ράχη τού άλλου». Πλήρης δηλαδή ακοινωνησία. Καί συνεχίζει τό κρανίο λέγοντας: «Όταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, εσύ γιά μάς, βλέπει κάπως ο ένας τό πρόσωπο τού άλλου. Αυτή είναι η παρηγοριά». Καί έκλαψα τότε καί είπα: «Αλλοίμονο στή μέρα πού γεννιέται ο άνθρωπος!» Τού λέγω έπειτα τού κρανίου: «Υπάρχει άλλο χειρότερο βάσανο;» Μού λέγει τό κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο είναι από κάτω μας». Τού λέγω: «Καί ποιοί είναι εκεί;» Μού αποκρίνεται τό κρανίο: «Εμείς, επειδή δέν γνωρίζαμε τόν Θεό, βρίσκομε κάποιο έλεος. Όσοι όμως τόν γνώρισαν καί τόν αρνήθηκαν καί δέν έπραξαν τό θέλημά Του, από κάτω μας είναι» δηλαδή είναι πολύ χειρότερα. Πήρα τότε τό κρανίο καί τό έθαψα»». Αυτά, αγαπητοί μου αδελφοί, μάς διηγήθηκε ο αββάς Μακάριος.
Όπως μάς έλεγε καί ο π. Παΐσιος, σχετικά γιά τό θέμα αυτό, »δέν είναι τό ίδιο πράγμα νά βρίσκεσαι σέ μία σκοτεινή καί ζεστή φυλακή καί νά σκάς καί νά μή βλέπης τίποτε, από τό νά είσαι στήν ίδια φυλακή καί νά έχης εκεί, κάπου-κάπου, τήν δυνατότητα νά πίνης καί κανένα δροσερό αναψυκτικό». Καταλαβαίνετε ασφαλώς, τί εννοούσε ο Γέροντας. Πνευματικό αναψυκτικό.
Βέβαια, σπανιώτατα έχομε καί περιπτώσεις πού βγήκαν άνθρωποι καί από αυτήν τήν κόλασι. Όχι δηλαδή απλώς εβελτιώθη η θέσις των, είτε αυτοί ευρίσκοντο εις τήν κόλασι, είτε αυτοί ευρίσκοντο εις τόν Παράδεισο, αλλά έχομε καί περιπτώσεις, πού καί από αυτήν ταύτην τήν κόλασι νά έχουν μεταφερθή οι ψυχές των εις τόν Παράδεισον. Όπως π.χ. αναφέρεται εις τήν Πατερική Γραμματολογία, η περίπτωσις πού ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, ένας μεγάλος Άγιος πού έζησε εις τήν Δύσι, μετά από εντεταμένη καί εκτενεστάτη καί διακαή προσευχή, έβγαλε από αυτήν τήν κόλασι τήν ψυχή ενός γνωστού ρωμαίου αυτοκράτορα, ονόματι Τραϊανού.
Κλείνοντας, όσα είχαμε νά πούμε γιά τήν προσευχή γιά τούς κεκοιμημένους μέ τήν μέθοδο αυτή, απλώς νά αναφέρωμε ότι πρέπει νά προσευχώμεθα γιά όλους ανεξαιρέτως τούς απ’ αιώνος κεκοιμημένους, εκτός φυσικά από τούς επίσημα αναγνωρισμένους Αγίους τής Εκκλησίας μας. Νά τούς βάζωμε όλους δηλαδή στό συγχωροχάρτι. Διότι ακόμη καί εκείνοι πού είναι πλούσιοι πνευματικά, μέ τίς προσευχές μας γίνονται ακόμη πιό πλούσιοι. Ακόμη κι άν υπάρχη η βεβαιότητα, τρόπον τινά, εις τήν συνείδησι τής Εκκλησίας μας γιά κάποιες ψυχές ότι έχουν μεγάλη παρρησία εις τόν Θεό, όμως από τήν στιγμή πού δέν είναι αναγνωρισμένοι επίσημα ως Άγιοι, οφείλομε αδίστακτα νά τούς μνημονεύωμε εις τίς Λειτουργίες αυτή είναι η τάξις τής Εκκλησίας καί γενικώς, νά προσευχώμεθα γιά τίς ψυχές τους.
Διότι, όπως έλεγε ο γνωστός σας π. Παΐσιος ο Αγιορείτης, άν σέ έναν πολυεκατομμυριούχο δώσης μία, δύο, εκατό, χίλιες δραχμές επί πλέον, όχι μόνο δέν τού κάνεις κακό, αλλά τόν κάνεις ακόμη πιό πλούσιο. Μέ καταλαβαίνετε Αλλά καί μέ καλή, λευκή, θεάρεστη »πονηρία» νά δούμε τό θέμα, από τήν στιγμή πού αυτός γιά τόν οποίο προσευχόμεθα έχει όντως παρρησία στόν Θεό, έ, καί αυτός, μέ τήν σειρά του, θά προσεύχεται ακόμη γιά έναν λόγο παραπάνω γιά μάς, οπότε καί από αυτήν τήν άποψι έχομε ένα επί πλέον προσωπικό πνευματικό κέρδος.
Έτσι λοιπόν, μέ τό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τούς δούλους Σου», μπορούμε νά προσευχώμεθα γιά όλες τίς ψυχές τών κεκοιμημένων.
Καί στό σημείο αυτό, άς περάσωμε καί άς αναλύσωμε εις τήν αγάπη σας τόν τρόπο μέ τόν οποίο πρέπει, κατ’ αναλογίαν καί κατ’ αντιστοιχίαν, νά προσευχώμεθα μέ τήν ίδια μέθοδο εις τήν Παναγία Μητέρα μας. Γιά τόν Χριστό λέμε »Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», »Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς», »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τούς δούλους Σου».
Νά δούμε τώρα τί μπορούμε νά πούμε, κατ’ αναλογίαν πάντα, εις τήν Υπεραγία Θεοτόκο. Αλλά πρίν μπούμε σέ αυτό τό θέμα, άς πούμε κάποια πράγματα εισαγωγικά, πού είναι απαραίτητα.
Αγαπητοί μου αδελφοί, άν ο Χριστός είναι ως άνθρωπος οντολογικός μεσίτης τού ανθρωπίνου γένους πρός τήν Αγία Τριάδα, άν δηλαδή αυτή αύτη η Ενανθρώπισις, από μόνη της, είναι η αιτία τής ευνοίας τού Θεού στό ανθρώπινο γένος, εφ’ όσον ο Χριστός, ως άνθρωπος ευηρέστησε σέ τέλειο βαθμό τήν Αγία Τριάδα διότι διά τού Χριστού συμφιλιωθήκαμε ξανά μέ τόν άγιο ένδοξο Τριαδικό Θεό καί αυτό ολοκληρώθηκε φυσικά στό γεγονός τής Αναλήψεως, κατά τό οποίο ανέβηκε ολόκληρη η ανθρωπίνη φύσις μας σέ αυτό τούτο τό ύψος τής Αγίας Τριάδος. Συνέπεια δέ αυτής τής συμφιλιώσεως καί τής συνδιαλλαγής ήταν η εκ νέου αποστολή τής ενεργείας τού Αγίου Πνεύματος. Έ τότε, η Υπεραγία Θεοτόκος είναι ο πιό τέλειος ηθικός μεσίτης στόν Τριαδικό Θρόνο.
Η παρρησία τής Παναγίας είναι παμμεγίστη. Αρκεί νά σκεφθούμε, ότι ο Θεός Της, ταυτόχρονα ως άνθρωπος είναι καί θά είναι καί υιός Της. Η Παναγία, όπως λέγει ένα τροπάριο, είναι η »αιτία τής τών πάντων θεώσεως». Γι’ αυτό, παράλληλα μέ τίς ευχές πρός τόν Χριστό μας, κατ’ αναλογίαν, ενδείκνυται καί επιβάλλεται νά λέμε τό »Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με», γιά τόν εαυτό μας, καί τό »Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», όταν προσευχώμεθα γιά όλους τούς ζώντες, όπως ήδη έχομε εξηγήσει. Τέλος, νά αναφέρωμε τό »Υπεραγία Θεοτόκε, ανάπαυσον τούς δούλους Σου» γιά τούς απ’ αιώνος κεκοιμημένους αδελφούς μας, μέ τήν ίδια δηλαδή ακριβώς μέθοδο, είτε μέ τό κομβοσχοίνι, είτε χωρίς αυτό, όπως αναφερθήκαμε πιό αναλυτικά γιά τίς αντίστοιχες προσευχές εις τόν Κύριο ημών Ιησού Χριστό.
Βέβαια, όπως είπαμε, μόνο ο Χριστός είναι μεσίτης οντολογικός, πού σώζει. Καί, όταν λέμε »Υπεραγία Θεοτόκε σώσον με, ή σώσον ημάς, κλπ.», έχει τήν έννοια τού »πρέσβευε». Έχει λοιπόν τήν σημασία τής πρεσβείας. Απλώς, επειδή η πρεσβεία τής Υπεραγίας Θεοτόκου κατέχει εντελώς ξεχωριστή θέσι μέσα εις τήν αγία μας Εκκλησία, σέ σχέσι δηλαδή μέ τούς υπολοίπους Αγίους, γι’ αυτό τιμητικά, αξίως, δικαίως καί πρεπόντως γιά τήν Παναγία Μητέρα μας, ενδείκνυται καλύτερα νά λέμε τό »Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», ενώ γιά όλους τούς υπολοίπους Αγίους νά λέμε » Άγιοι τού Θεού, πρεσβεύσατε υπέρ ημών».
Γιά νά εννοήσωμε λίγο από τό μεγαλείο τής παρρησίας τής Υπεραγίας Θεοτόκου, αρκεί νά αναφερθούμε, περιληπτικά καί χωρίς ιστορικές λεπτομέρειες, εις τήν εικόνα τής Παραμυθίας, η οποία ευρίσκεται εις τήν Ιερά Μονή Βατοπαιδίου τού Αγίου Όρους. Από αυτήν τήν εικόνα, θαυματουργικά εμίλησε η Παναγία καί προεμήνυσε στούς τότε εκεί ευρισκομένους μοναχούς νά λάβουν κάποια μέτρα ασφαλείας, γιατί θά εδέχοντο πειρατική επίθεσι. Τότε συνέβη καί, σχεδόν ταυτόχρονα, ο εικονιζόμενος Χριστός τής εικόνας, πήγε αυτόματα νά κλείση τό στόμα τής Υπεραγίας Θεοτόκου λέγοντας: »Μή τούς προστατεύης αυτούς τούς μοναχούς. Δέν είναι άξιοι τής αποστολής των». Καί, μέ τήν σειρά της, η Υπεραγία Θεοτόκος εκράτησε τό χέρι τού Χριστού από τού νά τής κλείση τό στόμα τής Παναγίας ο Χριστός μας. Καί από τότε δηλαδή παρέμεινε η εικόνα αυτή ζωγραφισμένη έτσι καί όχι όπως τήν είχε φτιάξει ο αγιογράφος στήν αρχή. Από τότε οι πιό πολλές κουρές συνηθίζεται νά γίνωνται μπροστά σέ αυτήν τήν εικόνα τής Υπεραγίας Θεοτόκου.
Αυτά γιά τήν Υπεραγία Θεοτόκο, ως πρός τόν τρόπο μέ τόν οποίο πρέπει νά προσευχώμεθα εις Αυτήν μέ τήν μέθοδο τής νοεράς προσευχής.
Τέλος, εκτός από τήν Παναγία Μητέρα μας, όπως ήδη αναφέραμε, είναι συμφέρον γιά μάς νά προσευχώμεθα, πάντα κατ’ αναλογίαν, καί εις τούς Αγίους τής κάθε ημέρας, λέγοντας τό » Άγιοι τού Θεού, πρεσβεύσατε υπέρ εμού». Διότι τήν κάθε ημέρα δέν εορτάζουν μόνον ο ένας ή οι δύο Άγιοι, πού αναγράφονται εις τό Ημερολόγιο, ούτε μόνον οι ακόμη περισσότεροι Άγιοι τών οποίων τά ονόματα μνημονεύει ο αναγνώστης στόν όρθρο, στό Συναξάρι τής Ημέρας, τό πρωΐ. Τήν κάθε ημέρα εορτάζουν ακόμη περισσότεροι Άγιοι άγνωστοι σέ μάς, πού γιά τόν Θεό όμως είναι Άγιοι -, πού εκοιμήθησαν εκείνη τήν ημέρα. Επίσης υπάρχουν καί άλλοι τοπικοί Άγιοι πού δέν αναγράφονται εις τά Συναξάρια. Υπάρχουν καί άλλοι πάρα πολλοί Άγιοι, πού εμείς μέν δέν τούς ξέρομε, εκείνοι όμως ξέρουν εμάς καί είναι πνευματικό συμφέρον νά επικαλούμεθα τήν μεσιτεία τους.
Όταν ήμουν λαϊκός, σέ μία συζήτησι μέ τόν Γέροντα Παΐσιο σχετικά μέ τούς Αγίους, τότε πρωτοαισθάνθηκα τήν εγγύτητα τών Αγίων. Αυτό συνέβη λόγω τού περιεχομένου καί τής πηγαιότητος τών λόγων τού Γέροντα. Τότε, εν τή αφελεία μου, κι εγώ, αυθόρμητα, συμπερασματικά, είπα στόν Γέροντα: «Δηλαδή Γέροντα όλοι οι Άγιοι μέ ξέρουν καλά» Καί ο Γέροντας αστειευόμενος καί πονώντας είπε: «Έ, νά τούς δώσης τηλέφωνο καί διεύθυνσι γιά νά σέ βρίσκουν!» Ίσως, μέ αυτήν τήν έκφρασί του ο Γέροντας νά ήθελε νά πή, ότι οι Άγιοι μάς ξέρουν μέν, αλλά καί εμείς πρέπει νά κάνωμε κάτι γιά νά μπορούν νά μάς βρίσκουν, ή μάλλον νά μάς βοηθούν. Δηλαδή νά τούς δίνωμε αφορμή γιά νά μάς βοηθούν, καί οι Άγιοι πάντα θά μάς βοηθούν. Νά είναι τέτοια δηλαδή η στάσι μας, η ζωή μας, τό φρόνημά μας, ώστε νά επιτρέπωμε στούς Αγίους νά μάς βοηθούν.
Τό 1979, τό καλοκαίρι, ο π. Παΐσιος έκανε τήν τελευταία του μετακόμισι. Άλλαξε Κελλί δηλαδή τότε καί μετεφέρθη από τό Κελλί τού Τιμίου Σταυρού πού ευρίσκεται εις τήν Καψάλα εις τό τελευταίο του Κελλί, εις τήν Παναγούδα. Εις τό Κελλί τού Τιμίου Σταυρού έμενε επί αρκετά χρόνια, πιό παληά, ένας μεγάλος Ρώσος ασκητής ονόματι παπα-Τύχων, ο οποίος έκανε τόν Γέροντα Παΐσιο μεγαλόσχημο.
Όταν λοιπόν έφυγε από εκεί ο μακαριστός π. Παΐσιος καί πήγε εις τήν Παναγούδα, τό πρώτο βράδυ τής μετακομίσεώς του, όπως είναι φυσικό, ήτο κατάκοπος καί, εκτός αυτού, είχε καί όλα τά σχετικά βιβλία του στά κουτιά, λόγω τής μετακομίσεως. Τότε τό πρώτο βράδυ, όταν εδιάβαζε απ’ έξω τό Απόδειπνο, καί έφθασε στό σημείο πού έπρεπε νά αναγνώση, από μέσα φυσικά, τό αντίστοιχο κοντάκιο, τού Αγίου δηλαδή πού εώρταζε εκείνη τήν ημέρα, γιά πρακτικούς λόγους δέν έψαξε νά βρή τό Μηναίο, αλλά είπε: «Άγιε τού Θεού όποιος καί νά είσαι πρέσβευε υπέρ εμού». Τό είπε αυθόρμητα, απλά, φυσικά, αλλά καί μέ πίστι. Καί τότε τού ενεφανίσθη ο εορταζόμενος Άγιος τής ημέρας ήτο η 3η Ιουνίου καί τού αυτοσυστήθηκε! Μάλιστα, λόγω τής κούρασης, ο Γέρων Παΐσιος δέν κατάλαβε καλά τό όνομά του, όταν τού αυτοσυστήθηκε ο Άγιος. Καί τότε τόν ερώτησε ο Γέροντας Παΐσιος, μετά τήν σύστασι πού έκανε από μόνος του ο Άγιος: «Ποιός είσαι; Ο άγιος Λουκιανός;». «Όχι, τού είπε ο Άγιος. Είμαι ο άγιος Λουκιλιανός». Διότι υπάρχουν, καί άγιος Λουκιανός, καί άγιος Λουκιλιανός. Καί, από τότε ο Γέροντας έχει βάλει μία χάρτινη απλή εικονίτσα, τήν εικόνα τού Αγίου Λουκιλιανού, εκεί, εις τό εκκλησάκι τού κελλιού του εις ανάμνησιν, μέχρι τής σήμερον, εκείνης τής επισκέψεως τού Αγίου.
Καί πάλι μάς έλεγε κάποια άλλη φορά ο ίδιος Γέροντας γιά κάποιον μοναχό, πού πολλές φορές έβλεπε τόν κυριώτερο εορταζόμενο Άγιο τής κάθε ημέρας.
Αυτά τά ολίγα, αγαπητοί μου αδελφοί, γιά τήν προσευχή εις τούς Αγίους τής κάθε ημέρας.
Καί νά προσθέσωμε, ότι αυτή η προσευχή, γίνεται, είτε μέ τό κομβοσχοίνι, είτε χωρίς αυτό. Όταν ευρισκώμεθα εις τήν εκκλησία καί ψάλλωνται κάποια τροπάρια τά οποία αναφέρονται σέ κάποιον Άγιο, εμείς παράλληλα μέ τά τροπάρια αυτά, μπορούμε νά λέμε » Άγιε τού Θεού, πρέσβευε υπέρ εμού».
Επί πλέον νά αναφέρωμε εδώ ότι, άν θέλη κάποιος, μπορεί νά λέγη, εκτός από τό » Άγιε τού Θεού, πρέσβευε υπέρ εμού», ανάλογα μέ τήν περίπτωσι καί τήν περίστασι, όπως βγαίνει από μέσα του, νά λέγη » Άγιε τού Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών», ή ακόμη νά προσεύχεται εις τούς Αγίους καί γιά τίς ψυχές τών κεκοιμημένων.
Τώρα μετά από αυτά, άς αναφέρωμε ότι η σωστότερη αναλογία χρόνου, πού πρέπει νά διαθέτωμε μέ τό κομβοσχοίνι, γιά όλες τίς προσευχές πού προαναφέραμε είναι η εξής. Χωρίς βέβαια νά είμαστε απόλυτοι, απλώς λέμε έναν λογισμό μέ βάσι βέβαια εκείνα πού ακούσαμε από τούς Γεροντάδες μας:
Τρείς μονάδες χρόνου εις τόν Χριστό, σταυρωτά, καί μία μονάδα χρόνου εις τήν Παναγία, σταυρωτά. Επί πλέον, τρείς μονάδες χρόνου εις τόν Χριστό, ευχή, ελεύθερα, γιά τόν εαυτό μας, καί μία μονάδα χρόνου εις τήν Παναγία, ευχή, ελεύθερα, εννοείται πάλι γιά τόν εαυτό μας. Ακόμη, τρείς μονάδες χρόνου εις τόν Χριστό μέ τό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημάς», γιά όλους τούς ζώντας, καί μία μονάδα χρόνου εις τήν Παναγία, λέγοντας »Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Επίσης, τρείς μονάδες χρόνου εις τόν Χριστό λέγοντας »Κύριε Ιησού Χριστέ, ανάπαυσον τούς δούλους Σου» καί μία μονάδα χρόνου εις τήν Υπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας »Υπεραγία Θεοτόκε, ανάπαυσον τούς δούλους Σου». Καί τέλος, μία μονάδα χρόνου εις τούς Αγίους τής κάθε ημέρας.
Τώρα, τόν υπόλοιπο χρόνο μπορούμε καί ενδείκνυται νά λέμε κυριώτατα, τό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», είτε μέ κομβοσχοίνι, είτε χωρίς αυτό, είτε παράλληλα μέ άλλες ασχολίες, όπως ήδη έχωμε εξηγήσει.
Τώρα, οι τρείς μονάδες χρόνου μπορεί νά είναι, είτε τριακόσιοι κόμβοι, είτε εκατό κόμβοι, είτε καί άλλος αριθμός. Άν οι τρείς μονάδες χρόνου είναι τριακόσιοι κόμβοι, γιά παράδειγμα, έ τότε, όπως καταλαβαίνετε, η μία μονάδα χρόνου είναι τό έν τρίτον, δηλαδή εκατό κόμβοι. Άν οι τρείς μονάδες χρόνου είναι εκατό κόμβοι, τότε η μία μονάδα χρόνου είναι περίπου τριάντα τρείς κόμβοι. Οπότε στήν δεύτερη περίπτωσι βγαίνουν δέκα επτά εκατοστάρια 4Χ4=16, καί 16+1 (εις τούς Αγίους)=17. Ενώ άν είναι τριακοσάρια τά κομβοσχοίνια τά τυπικά είναι διάφορα βγαίνουν δέκα επτά τριακοσάρια. Όπως μάς έλεγε ο π. Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, πού ήταν ένας μεγάλος αγωνιστής μοναχός, έκανε, μόνο κάθε νύχτα, δέκα επτά τριακοσάρια.
Καί στό σημείο αυτό, άς πούμε κάποια πράγματα σχετικά καί ωφέλιμα πού μάς είπε ο ίδιος. Η ρήσις του ήταν αποτέλεσμα τής ιδικής του προσωπικής κεκτημένης πείρας, διότι ο π. Εφραίμ ήτο πρότυπο μαρτυρικής καί αγωνιστικής υπακοής. Έλεγε: »Χωρίς υπακοή δέν έρχεται η ευχή τού Ιησού. Κάνε ευχή όση ώρα θέλεις. Άν δέν έχης υπακοή, δέν θά καρπίση η καρδιακή ευχή μέσα σου». »Καί, άν περιφέρεσαι έλεγε σέ κάποιους μοναχούς άσκοπα, πέρα-δώθε, δέν θά μπορής νά λές τήν ευχή όπως πρέπει. Θά πιέζεσαι καί δέν θά βγαίνη. Θά ζορίζεσαι πολύ χωρίς τό ανάλογο αποτέλεσμα. Άν είσαι »γυρολόγος», έτσι τό έλεγε, »δέν θά τρέχη» ακούστε έκφρασι η ευχή. Ενώ, άν πάς κάπου, όχι από μόνος σου, αλλά από υπακοή στόν Γέροντά σου, εκεί πού θά πάς, έστω κι άν υπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι ή κάποια εξωτερική φασαρία ή πολυκοσμία καί τά παρόμοια, θά δής ότι επειδή είσαι στήν υπακοή, καί βέβαια επειδή προσέχεις, εννοείται όσο εξαρτάται από εσένα, κάποιες φορές η ευχή θά βγαίνη αυτόματα από μέσα σου μέ μεγαλύτερη ευκολία καί άνεσι ακόμη καί από τότε πού ήσουν στήν ησυχία τού κελλιού σου». Φυσικά αυτό είναι μία δωρεά τού Θεού λόγω τής υπακοής.
Αγαπητοί μου αδελφοί, είναι όντως πολύ λεπτή η πνευματική ζωή. Είναι επιστήμη επιστημών, τέχνη τεχνών. Πολλές φορές ένας σωστός λογισμός, μία σωστή εσωτερική μας τοποθέτησι, γίνεται γενεσιουργός αιτία νά έρχεται η ευχή στόν ύπνο, ή νά διευκολύνη τήν ευχή κατά τόν ξύπνιο μας. Ενώ αντίθετα ένας κακός λογισμός, μία μή σωστή τοποθέτησί μας, έστω καί σέ ύπουλη, σέ λανθάνουσα μορφή, κρυμμένη μέσα μας, γίνεται δυστυχώς πνευματικός φράχτης, πού ελαχιστοποιεί τήν παροχή, τήν ρευστότητα, τήν ευκολία τής ευχής. Γίνεται ανασταλτικός παράγοντας γιά τήν ευχή. Γι’ αυτό έλεγε καί κάποιος Γέροντας, »όσο αξίζει μερικές φορές ένας σωστός λογισμός, δέν αξίζουν επί παραδείγματι χίλιες μετάνοιες».
Επίσης στό σημείο αυτό νά αναφέρωμε, ότι μπορούμε εάν θέλωμε, καί κατόπιν βέβαια συνεννοήσεως μέ τόν πνευματικό μας, νά κάνωμε κάποιες ακολουθίες, ιδιαίτερα όταν δέν υπάρχη η δυνατότητα νά πάμε στήν εκκλησία, ή γιά κάποιο λόγο δέν έχομε τίς απαραίτητες συνθήκες ή τά σχετικά βιβλία πού απαιτούνται κλπ. Μπορούμε λοιπόν κάποιες ακολουθίες νά τίς κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, είτε λέγοντας τήν ευχή προφορικά, είτε νοερά, μέ ή χωρίς κομβοσχοίνι ανάλογα, είτε αυτή η ακολουθία είναι Εσπερινός, ή Όρθρος, ή Απόδειπνο, ή Θεία Μετάληψι, ή Παράκλησι στήν Παναγία μας, ή άλλες ακολουθίες.
Βέβαια δέν θά θέλαμε σήμερα νά αναφερθούμε σέ λεπτομέρειες εις τήν αγάπη σας, τουλάχιστον στήν φάσι αυτή, αλλά σάν πρώτη ενημέρωσι αναφέρομε, ότι τόν χρόνο πού πάνω-κάτω απαιτείται γιά κάποια συγκεκριμένη ακολουθία πού θέλομε νά κάνωμε μέ τό κομβοσχοίνι, τόν χρόνο λοιπόν αυτόν τόν χωρίζομε, κατά προσέγγισι βέβαια, σέ ευχή στόν Χριστό, σέ ευχή στήν Παναγία καί σέ ευχή στόν Άγιο ή στούς Αγίους πού εκείνη τήν ημέρα εορτάζουν. Επί παραδείγματι, άν ένας καθημερινός Εσπερινός διαρκή περίπου μισή ώρα, μπορούμε νά κάνωμε, πάνω-κάτω, είκοσι λεπτά ευχή στόν Χριστό »Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» πέντε λεπτά περίπου στήν Υπεραγία Θεοτόκο, λέγοντας »Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον με, ή σώσον ημάς», καί πέντε λεπτά περίπου στούς Αγίους τής ημέρας πού εορτάζουν. Βέβαια, όλα αυτά δέν μπαίνουν σέ καλούπια καί ουσιαστικά είναι θέμα προσωπικό τού καθενός καί θέμα τής συνεννοήσεώς του μέ τόν πνευματικό. Τά τυπικά είναι πάρα πολλά. Όλα είναι καλά καί άγια, αρκεί νά γίνωνται μέ σωστή διάθεσι.
Μάλιστα εν προκειμένω έλεγε ο π. Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ότι: »Όταν κάνης μόνος σου ευχή, όλο τό κέρδος είναι καθαρό, είναι δικό σου, νά πούμε». Έτσι ωμιλούσε »Ενώ, άν είναι πολλοί παρόντες, μία συμβαίνει τό ένα, μία τό άλλο, καί λίγο-πολύ επέρχεται μία κάποια διάσπασις». Βέβαια ο Γέροντας μάλλον ωμιλούσε γιά τόν εαυτό του. Γιά μάς τά πράγματα δέν είναι ακριβώς έτσι. Σέ μάς χρειάζεται καί τό ένα καί τό άλλο. Δηλαδή χρειάζεται καί η κοινή προσευχή καί η κατά μόνας προσευχή.
Συμπληρωματικά άς αναφέρωμε στό σημείο αυτό, ότι μέ τήν μέθοδο αυτή τής προσευχής τού Ιησού, είτε μέ κομβοσχοίνι, είτε χωρίς αυτό, ενδείκνυται καί επιβάλλεται νά κάνωμε καί άλλου είδους προσευχές, είτε αυτές είναι ικετευτικές, είτε είναι δοξολογικές, κλπ. Μπορούμε επί παραδείγματι νά λέμε »Αγία Τριάς ο Θεός, ελέησον καί σώσον ημάς». Νά τό λέμε δηλαδή μέ ή άνευ κομβοσχοινού, ή νά προσευχώμεθα στόν άγιο φύλακα άγγελό μας. Ή ακόμη καί σέ όλους τούς ασωμάτους αγίους αγγέλους, ιδιαίτερα δέ κάθε Δευτέρα, πού ως γνωστόν τιμώνται όλες οι ουράνιες δυνάμεις.
Μπορούμε επί πλέον νά προσευχώμεθα στόν Σταυρό τού Χριστού, πού έχει δύναμι ακατάλυτη, λέγοντας »Σταυρέ τού Χριστού, σώσον ημάς τή δυνάμει Σου».
Ακόμη, καλό είναι νά προσευχώμεθα στούς Αγίους Πάντας, λέγοντας » Άγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε υπέρ εμού, ή πρεσβεύσατε υπέρ ημών», ανάλογα μέ τήν περίστασι. Καί βέβαια επιβάλλεται νά προσευχώμεθα καί στόν Άγιο τού οποίου φέρομε τό όνομα. Έτσι βλέπομε ότι οι περιπτώσεις αυτές, πού μπορούμε νά κάνωμε πολλές άλλες προσευχές μέ το κομβοσχοίνι ή χωρίς αυτό, είναι πάρα πολλές.
Πρίν αρκετά χρόνια στό Άγιον Όρος, υπήρχε ένας μοναχός πολύ βιαστής, πού ενώ έκανε κομβοσχοίνι στήν Λιτή ενός μοναστηριού, είδε σέ όραμα, κατά τήν διάρκεια τής ευχής, τόν αρχάγγελο Μιχαήλ, όπως ακριβώς είναι αγιογραφημένος στίς εικόνες αυτού τού ιδίου μοναστηριού. Τόν είδε μέ μανδύα πού ανοιγόκλεινε. Βέβαια αυτός ο μοναχός τήν στιγμή εκείνη, πού νομίζετε ότι έκανε ευχή; Έκανε ευχή εις τούς Αγίους Πάντας. Καί όμως τού ενεφανίσθη εν οράματι ο αρχάγγελος Μιχαήλ. Καί αυτό μπορεί νά γίνη, διότι όλος ο ουράνιος κόσμος διέπεται από τήν κοινή ενέργεια τού ενος καί τού αυτού Αγίου Πνεύματος. Όπως συμβαίνει καί τό αντίστροφο. Τό έν καί τό αυτό Άγιο Πνεύμα ενεργεί αναλόγως καί ποικιλοτρόπως, όπως Αυτό κρίνει.
Καί εδώ άς αναφέρωμε ότι ο ίδιος αυτός μοναχός, ο οποίος σημειωτέον ήτο καί πολύ καλλίφωνος, κάποια φορά ενώ έψαλλε, παρασύρθηκε από τήν γλυκύτητα τής μελωδίας του καί ξέφυγε ο νούς του από τά νοήματα τών τροπαρίων τά οποία έψαλλε. Καί επέτρεψε ο Θεός καί άνοιξαν τά εσωτερικά πνευματικά μάτια τής ψυχής του καί τί είδε, λέτε; Είδε τόν διάβολο νά χορεύη κάτω από τόν πολυέλαιο, νά τόν κοροϊδεύη καί νά σαρκάζη εις βάρος του. Τότε έπαθε τέτοιο πνευματικό σόκ, πού μετά δυσκολίας μπόρεσε νά τελειώση τό τροπάριο τό οποίο έψαλλε. Από τότε θεωρούσε τόν εαυτό του παίγνιο τών δαιμόνων καί μετά, άν καί ήτο όπως ήδη είπαμε πάρα πολύ καλλίφωνος, μετά μεγίστης δυσκολίας εδέχετο νά ψάλλη.
Τώρα εν κατακλείδι άς αναφέρωμε, ότι όταν είναι δυνατόν, είναι προτιμητέο νά γίνεται από τήν πλευρά μας κάποια σχετική προετοιμασία γιά τήν ευχή. Είναι πάρα πολύ καλό, άν κάποια στοιχειώδης μελέτη προηγήται τής ευχής, γιατί έτσι συγκεντρώνεται καλύτερα ο νούς μας στήν ευχή. Η μνήμη τού θανάτου θά μάς βοηθήση πάρα πολύ, γιά νά γίνη η προσευχή μας πιό καθαρή, πιό αμετεώριστη, χωρίς δηλαδή διασπάσεις καί μετεωρισμούς. Καί γενικώς, ό,τι μάς βοηθάει στήν συγκέντρωσι καί στήν καλυτέρα προσωπική μας απόδοσι στό συνεχές αγώνισμα τής ευχής, είναι όντως ευλογημένο. Ενώ αντίστροφα, ό,τι μάς αποσπά καί μάς εμποδίζει, πρέπει ει δυνατόν, πάση θυσία νά τό αποβάλλωμε.
Κάποιος μοναχός επί παραδείγματι μέ τό σκουφί του εκάλυπτε κάποιες φορές καί τά ίδια του τά μάτια, όταν έλεγε τήν ευχή, γιά νά μή δέχεται εξωτερικές παραστάσεις καί περισπάται ο νούς του. Βέβαια, οι περιπτώσεις είναι αμέτρητες, ανάλογα μέ τίς συνθήκες καί τίς προσωπικές ιδιοσυγκρασίες τού καθενός. Τό ζητούμενο όμως είναι νά δημιουργούμε κατάλληλο κλίμα γιά τήν προσευχή.
Αυτά αγαπητοί μου αδελφοί, σέ πρώτη βέβαια φάσι, είχαμε νά αναφέρωμε εις τήν αγάπη σας περί ευχής. Άν χρειασθή, θά επανέλθωμε εις τό μέλλον.
Νά μή ξεχνούμε όμως ποτέ, ότι η ευχή δέν μπορεί τελικά νά διδαχθή. Όπως καί όλα τά πνευματικά θέματα στό βάθος τους δέν μπορούν νά διδαχθούν. Όλα αυτά μαθαίνονται τελικά εκ πείρας.
Η προσευχή ποτέ δέν πάει χαμένη. Ο πειρασμός όμως γι’ αυτόν ακριβώς τόν λόγο, θέλει νά βρίσκη τρόπους νά μάς εμποδίζη από τήν προσευχή. Πάντα καραδοκεί, μέ τήν α ή β μορφή καί προσπαθεί νά μάς αποσπάση τήν προσοχή, ώστε τελικά νά μή προσευχώμεθα, ή νά προσευχώμεθα όσο γίνεται λιγώτερο καί όχι σωστά. Γιατί απλούστατα μέ τήν προσευχή, εκτός τών άλλων πνευματικών ωφελειών πού έχομε, φρίσσουν τά δαιμόνια.
Μάς έλεγε σχετικά ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος: »Πολλές φορές ο πειρασμός μού στέλνει ανθρώπους, όχι γιά ωφέλεια, αλλά γιά νά μέ αποσπάση από τήν προσευχή. Αλλά καί τό αντίθετο συμβαίνει. Καταλαβαίνω πότε τούς ανθρώπους πού έρχονται εδώ τούς στέλνει ο Θεός».
Αγαπητοί μου αδελφοί εύχομαι, όπως τό μικρό παιδί, τό βρέφος, δέν καταλαβαίνη μέν από τί αποτελείται τό γάλα, όμως διαισθάνεται ότι τρέφεται από αυτό, γι’ αυτό καί τό αναζητά διακαώς καί μέ κλάμμα καί τό ρουφά, έτσι κι εμείς, μέ πάντα νηπιακό φρόνημα, νά ρουφούμε τίς ενέργειες τής ευχής μέσα μας. Διότι αρκετοί γράφουν βιβλία ολόκληρα γιά τήν ευχή, καί καλά κάνουν από μία άποψι, αλλά τό πλέον ζητούμενο γιά όλους μας, είναι ποιός τελικά γλυκαίνεται καί γεύεται τούς ατελείωτους καρπούς τής προσευχής. Γιά νά γίνη όμως αυτό, όπως ήδη έχομε αναλύσει, χρειάζεται αγώνας.
Αγώνας λοιπόν. Αγωνίζεσθε αδελφοί μου, αγωνίζεσθε. Γιατί εκείνο πού έχει ανάγκη ο κόσμος σήμερα είναι τελικά η ύπαρξις αγίων ψυχών. Καί όσο αξίζει μία χαριτωμένη καί αγιασμένη ψυχή καί όσα καταφέρει νά κάνη μία τέτοια ψυχή, δέν μπορούν, όσο καί άν θέλουν, όσο καί άν προσπαθούν, όλοι οι υπόλοιποι νά κάνουν. Διότι δυστυχώς εις τίς ημέρες μας φαίνεται ότι είναι γενικό τό κακό -, εμείς οι σύγχρονοι Ορθόδοξοι κατά κανόνα, ρίχνομε τό βάρος στήν εξωτερική οργάνωσι τής ζωής μας, κλπ., καί δέν φροντίζομε όσο πρέπει γιά τόν προσωπικό μας αγιασμό. Ενώ χρειάζονται καί τά δύο. Καί πρωτίστως, πολύ περισσότερο είναι απαραίτητος ο προσωπικός μας αγιασμός. Όλα δέ τά υπόλοιπα μέ τά οποία ασχολούμεθα, δέν πρέπει παρά νά συντελούν τελικά εις τήν δική μας πνευματική πρόοδο. Άν κάναμε εσωτερική εργασία στόν εαυτό μας, τελικά καί τόν εαυτό μας θά σώζαμε καί θά βελτιώναμε, καί πολλούς άλλους θά παρασύραμε εις τήν σωτηρία χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια. Ενώ, εμείς συνήθως κάνομε τό αντίθετο. Πρίν ασχοληθούμε μέ τόν εαυτό μας, κοιτάμε νά σώσωμε τούς άλλους, οπότε ούτε εμείς ωφελούμεθα, αλλά καί οι άλλοι γιά λόγους προφανείς κλωτσάνε καί σκανδαλίζονται.
Αυτά, αγαπητοί μου αδελφοί, είχα νά αναφέρω εις τήν αγάπη σας.
Εύχομαι λοιπόν, όλοι μας νά οικειοποιηθούμε αυτήν τήν μέθοδο τής προσευχής πού ανεπτύξαμε, γιατί όπως είπαμε, είναι μέν η πιό απλή, αλλά ταυτόχρονα είναι καί η πιό δραστική μέθοδος προσευχής εναντίον τών τριών μεγάλων μας εχθρών, τού εαυτού μας, τού διαβόλου καί τού κόσμου, ούτως ώστε νικηταί τής πολυποίκιλης αμαρτίας νά εισέλθωμε Χάριτι Θεού εις τήν Βασιλεία τών Ουρανών.
Αμήν. Γένοιτο.
Αρχιμανδρίτης Αρσένιος Κατερέλος,
Ηγούμενος Ι. Μονής Αγίου Νικολάου Δίβρης Φθιώτιδος
(Εσπερινή ομιλία στόν Ι. Ναό Παναγίας Δεσποίνης Λαμίας κατά τό έτος 1999)