Γέροντα, πώς γίνεται τό ίδιο πράγμα νά τό βλέπουν διαφορετικά δύο άνθρωποι;
Όλα τά μάτια βλέπουν τό ίδιο καθαρά; Γιά νά δή κανείς καθαρά, πρέπει νά έχη τά μάτια τής ψυχής του υγιέστατα, γιατί τότε έχει τήν εσωτερική καθαρότητα.
Γιατί, Γέροντα, μερικές φορές, τό ίδιο περιστατικό ένας τό θεωρεί ευλογία καί άλλος δυστυχία;
Καθένας τό ερμηνεύει ανάλογα μέ τόν λογισμό του.Τό κάθε πράγμα μπορείς νά τό δής από τήν καλή του πλευρά ή από τήν κακή του πλευρά. Είχα ακούσει τό εξής περιστατικό:Σέ ένα μοναστήρι πού βρισκόταν σέ κατοικημένη περιοχή είχαν τυπικό νά κάνουν εσπερινό καί όρθρο τά μεσάνυχτα καί πήγαιναν καί κοσμικοί, γιατί τό μοναστήρι ήταν περιτριγυρισμένο από σπίτια πού σιγά-σιγά είχαν χτισθή εκεί κοντά.
Μιά φορά ένας αρχάριος νέος μοναχός ξέχασε τό κελλί του ανοιχτό καί μπήκε μέσα μιά γυναίκα. Όταν τό έμαθε, στενοχώρια, κακό! Ώ, μολύνθηκε τό κελλί!Τρομερό, χάθηκε ο κόσμος! Παίρνει οινόπνευμα, ρίχνει στό πάτωμα καί βάζει φωτιά, γιά νά τό απολυμάνη! Παραλίγο νά κάψη τό μοναστήρι.Τό πάτωμα τού κελλιού του τό έκαψε, τόν λογισμό του όμως δέν τόν έκαψε. Εκείνον έπρεπε νά κάψη, γιατί τό κακό στόν λογισμό του βρισκόταν.Άν έφερνε καλό λογισμό καί έλεγε ότι η γυναίκα μπήκε στό κελλί από ευλάβεια, γιά νά ωφεληθή, γιά νά πάρη χάρη καί νά αγωνισθή καί αυτή στό σπίτι της, θά αλλοιωνόταν πνευματικά καί θά δόξαζε τόν Θεό.
Από τήν ποιότητα τών λογισμών ενός ανθρώπου φαίνεται η πνευματική του κατάσταση. Οι άνθρωποι κρίνουν τά πράγματα ανάλογα μέ τό περιεχόμενο πού έχουν μέσα τους.Άν δέν έχουν πνευματικό περιεχόμενο, βγάζουν λάθος συμπεράσματα καί αδικούν τόν άλλον. Άν λ.χ. δή κάποιον αργά τό βράδυ έξω ένας πού κάνει ελεημοσύνες τήν νύχτα, γιά νά μήν τόν βλέπουν, ποτέ δέν θά βάλη κακό λογισμό.Άν τόν δή όμως κάποιος πού ξενυχτάει στήν αμαρτία, θά πή: «τό τέρας, ποιός ξέρει πού ξενυχτούσε», γιατί τέτοιες εμπειρίες έχει. Ή, άν ακούγωνται τήν νύχτα από τόν επάνω όροφο ντούκ-ντούκ, ένας πού έχει καλούς λογισμούς θά πή: «μετάνοιες κάνει», ενώ ένας πού δέν έχει καλούς λογισμούς θά πή: «όλη τήν νύχτα χορεύει». Άν ακούγεται μελωδία, ο ένας θά πή: «τί ωραίες ψαλμωδίες», ενώ ο άλλος θά πή: «τί τραγούδια είναι αυτά;».
Θυμάστε πώς αντιμετώπισαν τόν Χριστό οι δύο ληστές πού είχαν σταυρωθή μαζί Του; Καί οι δύο έβλεπαν τόν Χριστό επάνω στόν Σταυρό, τήν γή νά σείεται κ.λπ.Τί λογισμό όμως έβαλε ο ένας καί τί ο άλλος! Ο ένας, ο εξ ευωνύμων, βλασφημούσε καί έλεγε: «Ει σύ εί ο Χριστός, σώσον σεαυτόν καί ημάς»[1].Ο άλλος, ο εκ δεξιών, έλεγε: «Ημείς μέν άξια ών επράξαμεν απολαμβάνομεν· ούτος δέ ουδέν άτοπον έπραξε»[2]. Ο ένας σώθηκε, ο άλλος κολάσθηκε.΄
[1] Λουκ. 23, 39.
[2] Βλ. Λουκ. 23, 41.
Από τό βιβλίο: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, ΛΟΓΟΙ Γ «Πνευματικός αγώνας»