Σήμερα 13 Ιουλίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη μιας Περσίδας αγίας, φανερώνοντας ότι η αγάπη του Θεού δε γνωρίζει σύνορα ή προσωπικές πεποιθήσεις και ότι το Άγιο Πνεύμα πνέει όπου θέλει.
Η αγία Γολινδούχ γεννήθηκε στην Περσία από πυρολατρική (ειδωλολατρική) οικογένεια, στα τέλη του 6ου αιώνα. Ο σύζυγός της ήταν επίσης ειδωλολάτρης κληρικός και μέλος της αυλής του Βασιλιά Χοσρόη και είχε μαζί του 2 παιδιά. Η Γολινδούχ ήταν και αυτή ευσεβής ειδωλολάτρισσα.
Ένα βράδυ είδε στον ύπνο της ένα παράξενο όνειρο. Ένας νέος με λαμπρή στολή τής έδειξε τον τόπο, όπου βασανίζονται οι ψυχές των ασεβών, και κατόπιν τον τόπο που γαληνεύουν οι ψυχές των πιστών του Ιησού. Μόλις ξύπνησε, ζήτησε να μάθει περισσότερα για το Χριστό και μετά από λίγο καιρό βαπτίσθηκε χριστιανή, παίρνοντας το όνομα Μαρία.
Μόλις ο σύζυγός της ανακάλυψε ότι τιμά μυστικά τη χριστιανική πίστη, την κατήγγειλε στον ίδιο το βασιλιά. Μετά από δεινά βασανιστήρια, την έριξαν στο «φρούριο της λήθης», μια φρικτή φυλακή, στην οποία όσοι έμπαιναν, τους ξεχνούσε ο έξω κόσμος. Η Αγία έμεινε εκεί για 18 ολόκληρα χρόνια, χωρίς να βαρυγκομήσει. Όταν διαπίστωσαν πως παρέμεινε ακμαία στο φρόνημα, την έβγαλαν και την υπέβαλαν σε νέα βάσανα (μαρτύρια, ρίψη σε λάκκο με φίδι, εγκλεισμό σε πορνείο). Ο Θεός όμως την βοήθησε και βγήκε σώα από όλες αυτές τις δοκιμασίες.
Τότε καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ αποκεφαλισμού. Ένας άγγελος την έσωσε και από αυτό το μαρτύριο, προς μεγάλη της λύπη όμως, γιατί ήθελε να δώσει το αίμα της για το Χριστό. Ο άγγελος τότε της έκοψε λίγο το λαιμό και ανέβλυσε αίμα που πότισε τα ρούχα της. Αργότερα, αυτά τα ρούχα προξένησαν πλήθος ιάσεων.
Η Αγία έφυγε από την Περσία και ήρθε να ζήσει στη Ρωμαϊκή (Βυζαντινή) επικράτεια, στα Ιεροσόλυμα (κατ’ άλλους, στην Ιεράπολη της Φρυγίας). Εκεί προσέλκυσε πολλούς στη χριστιανική πίστη (σύμφωνα δε με μία παράδοση, ακόμη και όλους τους οικείους της), κυρίως γιατί εντυπωσίαζε με τα στίγματα του Ιησού που έφερε στο σώμα της. Μαρτυρείται ακόμη ότι μόλις ήρθε στους χριστιανικούς τόπους να ζήσει, την προσέγγισαν Μονοφυσίτες, αλλά τους απέφυγε χάρη σε θεία πληροφόρηση.
Προς το τέλος της ζωής της έκανε υπακοή στο θέλημα του Πατριάρχη Ιεροσολύμων, να μεταβεί στη Βασιλεύουσα για να προσευχηθεί υπέρ του αυτοκράτορα (Μαυρικίου). Καθ’ οδόν όμως παρέδωσε το πνεύμα της στον Κύριο, την ώρα που προσευχόταν, στο Ναό του Αγ. Σεργίου.
Πηγή: pemptousia.gr