15 Μαΐου: Όσιος Βάρβαρος ο Μυροβλύτης…
Ο Όσιος Βάρβαρος ανήκε, σύμφωνα με τον εγκωμιαστή του Κωνσταντίνο Ακροπολίτη και το Συναξάρι, σε ληστρική ομάδα Αράβων, η οποία επέδραμε στη νότια Ήπειρο και την Αιτωλία επί των ημερών του αυτοκράτορα Μιχαήλ του Τραυλού (820 – 829 μ.Χ.). Σε κάποια σύγκρουση οι σύντροφοί του φονεύθηκαν και από τότε ο Βάρβαρος περιφερόταν μόνος «λῄσταρχος γενόμενος, καὶ ποιῶν ἀβάτους τᾶς ὁδούς, οἰκῶν ἐν ὄρεσι καὶ ἀλυσώδεσι τόποις». Κατ’ οικονομία Θεού κάποια ημέρα εισήλθε σε ναό που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, σε τόπο που ονομαζόταν Νήσα, όπου λειτουργούσε ο ιερεύς Ιωάννης. Κατά την ώρα της υψώσεως των Τιμίων Δώρων ο ιερεύς τον είδε και προσευχήθηκε μετά φόβου στον Θεό. Τη στιγμή εκείνη, ο Κύριος άνοιξε τους οφθαλμούς του ληστού, που είδε τους Αγγέλους να συλλειτουργούν με τον ιερέα. Όταν ο ιερεύς τελείωσε την Θεία Λειτουργία, ο Βάρβαρος τον ρώτησε: «Που είναι αυτοί που ήταν μαζί σου;». Ο δε ιερεύς του εξήγησε ότι η Οικονομία του Θεού τον αξίωσε να δει αυτά που δεν μπορούν να δουν τα ανθρώπινα μάτια, για να οδηγηθεί σε μετάνοια. Ο Βάρβαρος αμέσως απέβαλε τα λησταρχικά όπλα, μετανόησε, άρχισε την άσκηση και βαπτίσθηκε. Ο ασκητικός αγώνας στην περιοχή Τρύφου του Ξηρομέρου (ή Ξηρομένων) Αιτωλοακαρνανίας έγινε μεγαλύτερος. Επί τρία έτη αγωνίσθηκε πνευματικά και «πεποίηκε χρόνους τρεῖς κυλιόμενος ὡς τετράπους καὶ ἐσθίων χοῦν καὶ βοτάνας τᾶς φυομένας, κλαίων καὶ ὀδυρόμενος, κατακοπτομένων αὐτοῦ τῶν σαρκῶν». Μια νύχτα, ένας γεωργός που έτρωγε σε εκείνον τον τόπο που ασκήτευε ο Όσιος, τον φόνευσε κατά λάθος, νομίζοντας ότι είναι θηρίο.
Ο τάφος του ανέδιδε μύρο και ο Όσιος επιτελούσε θαύματα πολλά.
Ο Όσιος αναφέρεται στην τοπική αγιολογία της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας κα Ακαρνανίας και Κέρκυρας ως Όσιος Βάρβαρος ο Πενταπολίτης, η οποία τιμά την μνήμη του στις 23 Ιουνίου.
Μέχρι σήμερα στην Αιτωλοακαρνανία μιλούν για το σπήλαιο, όπου ο Άγιος Βάρβαρος πέρασε τα δεκαοκτώ χρόνια της ασκήσεώς του και το αγίασμά του. Σύμφωνα με αυτήν την αναφορά το 1571 μ.Χ. ένας Βενετός στρατιωτικός, ονόματι Σκλαβούνος, που έλαβε μέρος στη ναυμαχία της Ναυπάκτου, ασθένησε ξαφνικά από θανατηφόρα ασθένεια. Ο ασθενής βλέπει τον Όσιο σε όραμα, ο οποίος τον καλεί να προσκυνήσει τον τάφο του, για να θεραπευθεί. Πράγματι, όταν έφθασε στον τάφο του Οσίου, προσκύνησε με ευλάβεια και έγινε καλά. Θέλοντας να τιμήσει τον Όσιο Βάρβαρο έκανε ανακομιδή των λειψάνων του με σκοπό να τα μεταφέρει στη Βενετία. Περνώντας από την Κέρκυρα για ανεφοδιασμό, σταμάτησε στο χωριό Ποταμός, όπου θεραπεύθηκε ένας παράλυτος νέος. Γι’ αυτό και σήμερα υπάρχει εκεί ναός αφιερωμένος στον Όσιο.
Βάρβαρον οὐχί, εὐγενῆ δὲ δεικνύει,
Ἡ μυρόβλυσις ἐκ τάφου τοῦ σοῦ, Πάτερ.
Ἦν Βάρβαρος μὲν δοῦλος ἐν γῇ σὺν πόνοις,
Ἐλεύθερος νῦν δ᾿ οὐρανῷ χαίρων πέλει.
Εἴκαδε ἠδὲ Τρίτη γε πέπαυται Βάρβαρος ἄθλων.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´.
Μαρτυρικὸν ἀγῶνα γενναίως ἠγώνισαι, ἀσκητικῷ δὲ πόνῳ τὸν βίον διήνυσας ὅσιε Βάρβαρε· διὸ τὴν χάριν ἐδέξω διπλῆν, διὰ μὲν τοῦ λειψάνου ἀσθενείας διώκων, τῇ ψυχῇ δὲ συγχαίρων τῷ Χριστῷ, ὃν δυσώπει, ὑπὲρ ἡμῶν τῶν αἰσίως τιμώντων σε.
Κοντάκιον
Ἦχος β´. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸ σῶμα τὸ σὸν τῇ γῇ ὑποτίθεται, τὴν σὴν δὲ ψυχὴν ὁ κτίστης κομίζεται, καὶ τὸ μὲν ἀσθενέσιν ὑγείαν πᾶσι χαρίζεται, ἡ δὲ Χριστὸν ἱκετεύει λυτρώσασθαι, πυρὸς αἰωνίου τοὺς τιμῶντάς σε.
Μεγαλυνάριον
Χαίροις αἰχμαλώτων ὁ λυτρωτής· χαίροις ἀσθενούντων, ὁ ταχύδρομος ἰατρός· χαίροις ὁ στεφάνοις ἀθλητικοῖς, παμμάκαρ, στεφθεὶς παρὰ Κυρίου, Ὅσιε Βάρβαρε.
Έτερον Μεγαλυνάριον
Τίς ἰσχύει χάριν σου ἐξειπεῖν; μύρων μυροῤῥόα, καὶ θαυμάτων τὴν πληθύν; ποίαν γὰρ τῶν νόσων, οὐ λύει τὸ σὸν μύρον;τί δὲ τῶν λυπηρῶν τε σὴ χάρις Βάρβαρε;
Έτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις ἡ ὁμὰς τῶν Μυροβλυτῶν, Βάρβαρε καὶ Σίμων, τῆς Σερβίας ὁ Συμεών· Νεῖλε, Θεοδώρα, Φιλίππου Ἑρμιόνη, Δημήτριε, Λεόντιε καὶ Θεόφιλε.
Ὁ Οἶκος
Τῶν οὐρανίων, καὶ ἀϊδίων ἐφιέμενος Βάρβαρε, κατεφρόνησας τὰ ῥέοντα· καὶ σῶμα θνητόν, ψυχὴν δ᾿ ἀθάνατον γιγνώσκων, οὐκ ἐφείσω τοῦ πηλοῦ πάσχοντος ὅλως· τὴν ψυχὴν δὲ ἐκήδου τηρῆσαι ἀλώβητον· ὅθεν καὶ τῆς μακαρίας καὶ ἀϊδίου ἠξίωσαι ζωῆς· ἧς καὶ ἡμεῖς ταῖς πρεσβείαις σου παμμακάριστε ἀξιωθείημεν οἱ τιμῶντές σε.
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Τῆς ἀγάπης καὶ πόθου ὃν εἰς Χριστόν, κατὰ Παῦλον τρισμάκαρ ἔσχες στεῤῥῶς, οὐδέν σε ἀπεχώρισεν, οὐ τυράννων τὰ φόβητρα, οὐ τῶν βασάνων ὄχλος, ἐρήμου τὸ ἄγριον, κλυδωνισμὸς χειμώνων, καὶ θέρους τὸ κάταυχμον, ἀλλὰ τῆς ἀγάπης, τοῦ Χριστοῦ τίς ἰσχύσει, χωρίσαι με ἔλεγες· ὅθεν ταύτης ἀχώριστος, οὐρανῷ τ᾿ ἀνιπτάμενος, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.