6 Φεβρουαρίου: Άγιοι Φαύστα, Ευϊλάσιος και Μάξιμος…
Η Αγία Μάρτυς Φαύστα καταγόταν από την Κύζικο της Μικράς Ασίας και ήταν θυγατέρα πλούσιων και ευσεβών γονέων. Έμεινε ορφανή σε ηλικία μόλις 13 ετών, έχοντας κληρονομήσει την τεράστια περιουσία των γονέων της. Όμως ούτε το νεαρό της ηλικίας της, ούτε η απάτη του πλούτου της κυρίευσαν το νου και την καρδιά της. Η Χριστιανική ανατροφή που είχε από τους μακαριστούς γονείς της ήταν βαθιά χαραγμένη στην ψυχή της. Έμεινε λοιπόν στην ευσέβεια των γονέων της και εξακολουθούσε να προσεύχεται στον Θεό με την ίδια και μεγαλύτερη μάλιστα αγάπη και αφοσίωση, την στιγμή που είχε χάσει τους φιλόστοργους προστάτες της.
Κατά το έτος 299 μ.Χ., επί αυτοκράτορα Μαξιμιανού (285 – 305 μ.Χ.), η Αγία Φαύστα προσκλήθηκε από τον επιφανή Συγκλητικό Ευϊλάσιο, εκπρόσωπο του ηγεμόνα, να αρνηθεί την πίστη της στον Χριστό και να θυσιάσει στους θεούς των ειδωλολατρών. Η Αγία όμως αρνήθηκε. Ο Ευϊλάσιος, που ήταν γέροντας στην ηλικία, προσπάθησε να πείσει την Αγία ότι πίστευε σε ανόητη πίστη αλλά εκείνη, έχουσα καλά και ασφαλή διδάγματα, φωτιζόμενη δε και από το Πανάγιο Πνεύμα, ανέλυσε τα δόγματα της πίστεώς μας και του έδωσε θαυμαστές απαντήσεις. Όταν άρχισαν τα βασανιστήρια, η Αγία τα υπέμεινε με τόση καρτερία, ώστε ο Ευϊλάσιος, στην ψυχή του οποίου υπήρχαν ευγενή σπέρματα, θαύμασε την Μάρτυρα και αισθάνθηκε μεγάλη εντύπωση από τους καρπούς της Χριστιανικής πίστεως, η οποία χάριζε στην Αγία τόση αλύγιστη σταθερότητα ενωμένη με τα πλέον φιλάδελφα αισθήματα ακόμη και για τους διώκτες της. Η δε κατάπληξή του κορυφώθηκε όταν η Αγία, που την έριξαν στη φωτιά, έμεινε άθικτη και αβλαβής με τη Χάρη του Θεού. Προ του θαύματος αυτού ο Ευϊλάσιος αισθάνθηκε να γκρεμίζεται μέσα του ο ειδωλολάτρης. Διέταξε, λοιπόν, να οδηγήσουν ενώπιον του την Αγία, την προσέβλεψε με σεβασμό και ευλάβεια και την ρώτησε, με ανοικτή καρδιά και πνεύμα πρόθυμο για την υποδοχή της αλήθειας, περί της Ορθοδόξου πίστεως. Τα λόγια της Αγίας άγγιξαν την καρδιά του γέροντος συγκλητικού, ο οποίος αισθάνθηκε βαθιά κατάνυξη και απέλυσε ελεύθερη την Αγία.
Η είδηση αυτή εξόργισε τον έπαρχο Μάξιμο. Αμέσως κάλεσε τον Ευϊλάσιο και τον επέπληξε έντονα για την στάση του και την αφέλειά του. Ο Ευϊλάσιος, ατάραχος προς τις ύβρεις, του διηγήθηκε την ιστορία των βασάνων της Μάρτυρος και το θαύμα της διασώσεώς της και του εξέφρασε τους λόγους, για τους οποίους έκρινε ότι η αλήθεια είναι ο Χριστός. Τότε ο έπαρχος υπέβαλε τον Ευϊλάσιο και την Αγία Φαύστα σε φρικώδη βασανιστήρια, τα οποία οι δύο Μάρτυρες υπέμειναν με πνευματική ανδρεία. Και ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του. Ο έπαρχος Μάξιμος, μπροστά στα γενόμενα, ομολόγησε τον Χριστό και με συντριβή καρδιάς και ταπείνωση γονάτισε μπροστά στην Αγία ζητώντας συγχώρεση. Το γεγονός αυτό αντήχησε σε όλη την Κύζικο. Η είδηση δεν άργησε να φτάσει και στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (284 – 305 μ.Χ.). Κατά προσταγή του θανατώθηκαν και οι τρεις Άγιοι, που δέχθηκαν με χαρά το στέφανο του μαρτυρίου και της δόξας του Θεού.
Τρεῖς Μάρτυρες πάσχουσιν ἰχθύων πάθος,
Κοινῇ τυχόντες ὀργάνου τοῦ τηγάνου.