Η κατάνυξη είναι καρπός εργασίας και πρόξενος καρπών, ή, καλύτερα, αυτή γίνεται αιτία και δημιουργός όλων των αρετών, όπως μαρτυρεί όλη η θεόπνευστη Γραφή. Γι’ αυτό και εκείνος που θέλει να κόψει τα πάθη ή να αποκτήσει τις αρετές, πρέπει να αναζητά με επιμέλεια, πριν από όλα τα καλά και μαζί με όλες τις αρετές, την κατάνυξη. Διότι χωρίς αυτή δεν θα δει ποτέ καθαρή την ψυχή του· αν όμως δεν δει καθαρή την ψυχή του, δεν θα έχει οπωσδήποτε ούτε το σώμα του καθαρό.
Διότι είναι αδύνατο χωρίς νερό να πλυθεί το λερωμένο ένδυμα, αλλά και είναι ακόμη πιο αδύνατο χωρίς δάκρυα να πλυθεί και να καθαρισθεί η ψυχή από τις κηλίδες και τους μολυσμούς. Ας μην προφασιζόμαστε προφάσεις ψυχοβλαβείς και μάταιες, ή, μάλλον, να πω, προφάσεις ολότελα ψεύτικες και αίτιες της απώλειας. Αλλά ας αναζητήσουμε ολόψυχα αυτή τη βασίλισσα των αρετών.
Διότι αυτός που ζητά ολόψυχα την κατάνυξη τη βρίσκει· ή, μάλλον, η κατάνυξη έρχεται και βρίσκει αυτόν που τη ζητά επίπονα. Και αν ακόμη έχει καρδιά σκληρότερη από το χαλκό ή από το σίδερο ή από το διαμάντι, μόλις έρθει η κατάνυξη, την κάνει μαλακότερη από το ίδιο το κερί. Διότι η κατάνυξη είναι θεία φωτιά, που λειώνει τα βουνά και τα βράχια, και τα κάνει όλα ομαλά, και τα μεταβάλλει σε κήπους αναψυχής, και αλλοιώνει τις ψυχές που τη δέχονται.
Διότι αυτή γίνεται μέσα τους πηγή που αναβλύζει· γίνεται νερό της ζωής που αδιάκοπα αναπηδά και ανυψώνεται και ποτίζει πλούσια τις ψυχές, και είναι σαν να κατηφορίζει από κάποια δεξαμενή, γι’ αυτούς που είναι κοντά και μακριά, και σαν να πλημμυρίζει με τη ροή του τις ψυχές, που με πίστη δέχονται το λόγο.
Στην αρχή η κατάνυξη πλένει από το ρύπο αυτούς που μετέχουν στο φώς· έπειτα πλένει και καθαρίζει και τα πάθη, αποσπώντας τα σαν λέπια από τα τραύματα, εννοώ την κακία, το φθόνο, την κενοδοξία, και όλα τα άλλα, που ακολουθούν αυτά τα πάθη· δεν κάνει όμως μόνο αυτό, αλλά και τυλίγοντάς τα σαν μία φλόγα, εξαφανίζει λίγο λίγο, κατακαίγοντας και καταφλέγοντάς τα σαν αγκάθια.
Η κατάνυξη και στην αρχή προξενεί μέσα μας τον πόθο για την τέλεια απελευθέρωση και κάθαρση από τα πάθη και στη συνέχεια τον πόθο για τα αποθηκευμένα και ετοιμασμένα από τον Θεό αγαθά γι’ αυτούς που τον αγαπούν.
Αυτά όλα όμως τα παράγει η θεία φωτιά της κατάνυξης με δάκρυα, ή, μάλλον, δια μέσου των δακρύων· άλλωστε, όπως είπαμε, δεν έγινε ποτέ χωρίς δάκρυα ούτε ένα απ’ αυτά, αλλά και δεν θα γίνει σ’ εμάς ή σε κάποιους άλλους.
Διότι δεν μπορεί κάποιος να το αποδείξει αυτό ούτε από τις θείες Γραφές, ότι δηλαδή χωρίς δάκρυα και χωρίς συνεχή κατάνυξη καθαρίσθηκε ποτέ κάποιος ή έγινε άγιος ή έλαβε Άγιο Πνεύμα ή είδε τον Θεό ή αισθάνθηκε να κατοικεί μέσα του ο Θεός, ή, γενικά, ότι είχε κάποτε τον Θεό ένοικο μέσα στην καρδιά του, χωρίς να προηγηθεί μετάνοια και κατάνυξη και χωρίς να αναβλύζουν πάντοτε σαν από πηγή συνεχή δάκρυα, που κατακλύζουν και πλένουν καλά την κατοικία της ψυχής, αλλά και καταδροσίζουν και ανακουφίζουν την ίδια την ψυχή, που κατέχεται και καταφλέγεται από την απλησίαστη φωτιά.
Από το βιβλίο: Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου Έργα, Λόγος τέταρτος (απόσπασμα), σελ. 74. Μετάφραση Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά. Εκδόσεις “Το Περιβόλι της Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 2017.
Πηγή: koinoniaorthodoxias.org