Ιησού Χριστέ, το καλό Όνομα, ο γλυκασμός μου, η επιθυμία μου και η ελπίδα μου, Σύ που έγινες άνθρωπος για μας και τακτοποίησες τα πάντα με σοφία για τη σωτηρία μας! Σε δοξάζω, Κύριε Θεέ μου, μ’ όλη την καρδιά μου. Γονατίζω μπροστά Σου με το σώμα και την ψυχή μου και εξομολογούμαι τις αμαρτίες μου. Σκύψε και Σύ και άκουσε τη δέησή μου και συγχώρησε την ασέβειά μου.
Αμάρτησα, ανόμησα, επλημμέλησα, παρώξυνα και παραπίκρανα Εσένα τον αγαθό μου Κύριο και τροφέα και προστάτη. Δεν υπάρχει είδος κακίας που δεν έκανα με έργο και με λόγο, εν γνώσει και εν αγνοία και με ενθυμήσεις και σκέψεις πονηρές πολύ αμάρτησα. Και όσες φορές υποσχέθηκα να μετανοήσω άλλες τόσες ξανάκανα τα ίδια. Είναι πιο εύκολα να μετρηθούν οι σταγόνες της βροχής παρά οι αμαρτίες μου. Έφτασαν και πάνω απ’ το κεφάλι μου ακόμα! Γιατί απ’ τα νειάτα μου και μέχρι σήμερα άνοιξα τις πόρτες της ψυχής μου στις άτοπες επιθυμίες, δούλεψα στις άτακτες και αχαλίνωτες ορμές, λέρωσα τον λευκό χιτώνα του βαπτίσματος, μόλυνα το ναό του σώματός μου, και βρώμισα την ψυχή μου με τα πάθη της ατιμίας που διέπραξα.
Σύ τα ξέρεις όλα – τί να τα λέω;
Η καρδιά μου συντρίβεται και η ψυχή μου βουλιάζει μέσα στην απορία, γιατί αν και τόσα και τέτοια αμαρτήματα έκανα, ούτε ένα μικρό έργο μετάνοιας δεν παρουσίασα… Γι’ αυτό είναι ταραγμένη η ψυχή μου, γεμάτη οδύνη και κατήφεια…
Παρά ταύτα δεν παύω να ελπίζω στη σωτηρία μου… ελπίζοντας στην αγάπη Σου.
Ελέησέ με, Θεέ μου, με το μέγα έλεος Σου, γιατί σε Σένα πιστεύω… Συγχώρησέ με τον αχρείο και ταπεινό. Άκουσε την προσευχή του ταπεινού δούλου Σου… Σαν άνθρωπος αμάρτησα. Ως Θεός συγχώρησέ με… για την πολλή Σου αγαθότητα και την ανέκφραστη ευσπλαχνία και φιλανθρωπία, με τις πρεσβείες της πανενδόξου, πανυμνήτου, υπερευλογημένης και κεχαριτωμένης, Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας… Αμήν.
Η προσευχή αμαρτωλού είναι του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.