Ο τίτλος παπάς είναι ο αυτός προς τον τίτλον πάπας ή πάππας, ο οποίος περιωρίσθη μετέπειτα εις τους επισκόπους Ρώμης και Αλεξανδρείας, ει και προ τούτου απεδόθη εν επιστολαίς μεμονωμέναις και εις τον Ιεροσολύμων και εις άλλους επισκόπους.
Υποστηρίζοντες τούτο εις το αρχαιολογικόν και λειτουργικόν λεξικόν των oι Smith και Cheetliam υπομιμνήσκουσιν ως προς μεν την προέλευσιν τού τίτλου πάπας ή πάππας το γεγονός, ότι κατά τους πρώτους αιώνας η επίσημος γλώσσα εν τη λατρεία ήτο και εν Ρώμη η ελληνική.
Ελλήνων δε παππών ονόματα συναντά τις κατά τους χρόνους εκείνους πολλά ως προς δε την γενίκευσιν τού τίτλου επικαλούνται νεαράν του κατά τον ΙΑ’—IB’ αιώνα βασιλεύσαντος Αλεξίου τού Κομνηνού (ίδε Ράλλη και Ποτλή Σύνταγμα ι. κανόνων τομ. 5 σελ. 280), ένθα και ο αναγνώστης καλείται «λιτός παπάς».
Η έννοια τού τίτλου είναι η αυτή προς την της λέξεως πατήρ και υπενθυμίζει την ιδιότητα τού πνευματικού πατρός, δι’ ης σχετίζονται οι κληρικοί προς τους υπ’ αυτών ποιμαινομένους.
Εν τη Οδυσσεία άλλως τε τού Ομήρου η Ναυσικά ονομάζει τον προσφιλή πατέρα της «πάππαν» (Οδυσ. vi, 57. Πρβλ. και Αριστοφάνους ‘Η ειρήνη’ στιχ. 120).
Π. Ν. Τρεμπέλας (+)
Καθηγητής της Τελετουργικής εν τω Πανεπιστημίω Αθηνών
Από το περιοδικό «ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ» (1956, τεύχος 4)