Καλό Μήνα! Ποιοι γιορτάζουν σήμερα 1 Σεπτεμβρίου

Εορτάζουν στις 1 Σεπτεμβρίου εκάστου έτους.

Σήμερα 1 Σεπτεμβρίου τιμάται από την Εκκλησία η μνήμη των ακολούθων Αγίων:

Αρχή της Ινδίκτου, Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες και Ασκήτριες και Αμμούν ο διδάσκαλος αυτών, Όσιος Συμεών ο Στυλίτης, Όσιος Μελέτιος ο νέος που ασκήτευσε στο όρος της Μυουπόλεως, Οσία Μάρθα μητέρα του οσίου Συμεών, που ασκήτευσε στο όρος Θαυμαστόν, Οσία Ευανθία, Δίκαιος Ιησούς γιος του Ναυή, Άγιοι Εύοδος, Καλλίστη, Αγαθόκλεια και Ερμογένης, Μνήμη του μεγάλου εμπρησμού στην Κωνσταντινούπολη, Ανάμνηση Θαύματος της Θεοτόκου στη Μονή των Μιασηνών, Άγιος Αγγελής ο Νεομάρτυρας που μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη, Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης, Οσία Χάιδω εκ Στανού Χαλκιδικής, Όσιος Συμεών, ο Λέσβιος, Στυλίτης, Όσιος Αντώνιος «ο εν Αγυία», Σύναξη της Παναγίας της Καταπολιανής στην Τήνο, Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Γεθσημανή εν Ρωσία, Σύναξη της Παναγίας της Παμμακάριστου στην Κωνσταντινούπολη.

Σήμερα Γιορτάζουν οι:

Αδαμάντιος (Διαμαντής), Αδαμαντία (Αμάντα, Άντα), Ρουμπίνη, Μαντώ, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη (Γόνη), Ασπασία, Αφροδίτη, Φρέγια, Διώνη (Διόνη), Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ (Τέτη), Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεονύμφη, Καλλιρόη (Καλλιρρόη), Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα (Κλειώ, Πάτρα), Κοραλία, Ράλλης, Ραλλία (Ραλία, Ραλλού, Ραλού), Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη (Μέλπω), Μόσχω (Μοσχούλα), Ουρανία (Ράνια), Πανδώρα, Πηνελόπη, Μπηλιώ (Μπιλιώ), Πολύμνια, Πολυνίκη (Πολύνα, Πόλυ), Σαπφώ, Τερψιχόρη, Χαϊδευτός, Χάιδω, Χαρίκλεια (Χαρά, Χαρούλα), Ιησούς, Μελέτιος, Μελετία, Συμεών, Συμεωνή (Συμεωνία), Ισμήνη, Πολυτίμη.

Αρχή της Ινδίκτου

Ἴνδικτον ἡμῖν εὐλόγει νέου Χρόνου,
Ὦ καὶ Παλαιέ, καὶ δι᾿ ἀνθρώπους Νέε.

Σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει την Αρχή της Ινδίκτου, δηλαδή αρχή του νέου Εκκλησιαστικού έτους. Για την περίπτωση αυτή, ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει στον Συναξαριστή του:

«Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι).

Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν τω Θεώ, με την φύλαξιν των εντολών του. Kαι ούτω να τύχωμεν των εν Oυρανοίς αιωνίων αγαθών».

Λειτουργικά κείμενα

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος β’.
Ὁ πάσης δημιουργὸς τῆς κτίσεως, ὁ καιροὺς καὶ χρόνους ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσία θέμενος, εὐλόγησον τὸν στέφανον τοῦ ἐνιαυτοῦ τῆς χρηστότητός σου Κύριε, φυλάττων ἐν εἰρήνῃ τοὺς Βασιλεῖς καὶ τὴν πόλιν σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ ἀρρήτῳ σύμπαντα, δημιουργήσας σοφίᾳ, καὶ καιροὺς ὁ θέμενος, ἐν τῇ αὐτοῦ ἐξουσίᾳ, δώρησαι, τῷ φιλοχρίστῳ λαῷ σου νίκας· ἔτους δέ, τάς τε εἰσόδους καὶ τάς ἐξόδους, εὐλογήσαις κατευθύνων, ἡμῶν τὰ ἔργα πρὸς θεῖόν σου θέλημα.

(Ποιηθὲν τῶ 1813 ἔτει ὑπὸ τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Κωνσταντινοπόλεως, Κυρίλλου ς´).

Μεγαλυνάριον
Ἄναρχε τρσήλιε Βασιλεῦ, ὁ καιρῶν καὶ χρόνων, τὰς ἑλίξεις περισκοπῶν, εὐλόγησον τὸν κύκλον, τῆς νέας περιόδου, τὰς ἀγαθάς σου δόσεις πᾶσι δωρούμενος.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὁ καιροὺς καρποφόρους καὶ ὑετούς, οὐρανόθεν παρέχων τοῖς ἐπὶ γῆς, καὶ νῦν προσδεχόμενος, τὰς αἰτήσεις τῶν δούλων σου, ἀπὸ πάσης λύτρωσαι, ἀνάγκης τὴν πόλιν σου, οἱ οἰκτιρμοὶ καὶ γάρ σου, εἰς πάντα τὰ ἔργα σου. Ὅθεν τὰς εἰσόδους, εὐλογῶν καὶ ἐξόδους, τὰ ἔργα κατεύθυνον ἐφ᾿ ἡμᾶς τῶν χειρῶν ἡμῶν, καὶ πταισμάτων τὴν ἄφεσιν, δώρησαι ἡμῖν ὁ Θεός· σὺ γὰρ ἐξ οὐκ ὄντων τὰ σύμπαντα, ὡς δυνατὸς εἰς τὸ εἶναι παρήγαγες.

Αγίες Τεσσαράκοντα Παρθένες και Ασκήτριες και Αμμούν ο διδάσκαλος αυτών

Eις τας Παρθένους.
Δισεικαρίθμοις παρθένοις πῦρ καὶ ξίφος,
Θεοῦ προεξένησαν Υἱὸν νυμφίον.

Eις τον Aμμούν.
Ἀμμοῦν καλύπτραν ἔμπυρον δεδεγμένος,
Τὸ σαρκικὸν κάλυμμα χαίρων ἐξέδυ.

Οι Άγιες αυτές γυναίκες έζησαν την εποχή του βασιλέως Λικινίου στην Αδριανούπολη της Θράκης. Ο ηγεμών της περιοχής Βάβδος (περί το 305 μ.Χ.) τις συνέλαβε ως χριστιανές και τις προέτρεπε να προσκυνήσουν τα είδωλα. Η Κελσίνα, μία εξ αυτών και η πρώτη της πόλεως, μετά τη θαρραλέα ομολογία της πίστεώς της τις εσύναξε όλες στην οικία της μαζί με τον διδάσκαλό τους, διάκονο Άγιο Αμμούν, για να ενισχυθούν προς το μαρτύριο. Ο Αμμούν πήρε το χαρτί με τα ονόματά τους και τα διάβασε δυνατά ένα-ένα. Ύστερα είπε: «Αγωνισθήτε υπέρ του Χριστού δια του μαρτυρίου, διότι έτσι θα καθίσει και ο Δεσπότης Χριστός στην πύλη της ουρανίου βασιλείας και θα σας προσκαλεί μία-μία κατ’ όνομα, για να σας αποδώσει τον στέφανο της αιωνίου ζωής».

Όταν και πάλι τις ανέκρινε ο ηγεμών, ομολόγησαν όλες σταθερά την πίστη τους. Με την προσευχή τους συνέτριψαν τα είδωλα και ο ιερεύς των ειδώλων ανυψώθηκε στον αέρα, μέχρις ότου, βασανιζόμενος από πύρινους αγγέλους, έπεσε νεκρός στη γη. Τότε ο Βάβδος πρόσταξε να κρεμάσουν τον Άγιο Αμμούν, να του ξύσουν τις πλευρές, να κάψουν τις πληγές του με αναμμένες λαμπάδες και να του φορέσουν στο κεφάλι χάλκινη πυρακτωμένη περικεφαλαία.

Επειδή ο Άγιος διαφυλάχθηκε αβλαβής από τα μαρτύρια, οδηγήθηκε μαζί με τις μαθήτριές του από τη Βερόη (σημερινή Στάρα Ζαγορά της Βουλγαρίας) στην Ηράκλεια, στον βασιλέα Λικίνιο. Καθ’ οδόν εμφανίσθηκε ο Κύριος και τους ενεθάρρυνε. Φθάνοντας στην πόλη πήγαν στον τόπο, όπου είχαν κατατεθεί τα τίμια λείψανα της Αγίας μάρτυρος Γλυκερίας (βλέπε 13 Μαΐου). Ενώ διανυκτέρευαν εκεί προσευχόμενες, παρουσιάσθηκε η Αγία λέγοντας: «Καλώς ήλθατε, άγιες δούλες του Θεού! Προ πολλού περίμενα την λαμπρή εν Χριστώ συνοδεία σας, για να χορεύσωμε στεφανωμένες όλες μαζί με τους αγίους αγγέλους στην βασιλεία του Χριστού, τον οποίο μέχρις αίματος ομολογήσαμε».

Στην Ηράκλεια τους έριξαν στα θηρία. Οι άγιες γυναίκες μαζί με τον διδάσκαλό τους προσευχήθηκαν όρθιες με υψωμένα τα χέρια, τα δε θηρία κατελήφθησαν από ύπνο και δεν τους άγγιξαν. Την ώρα που οι στρατιώτες άναβαν φωτιά για να τις ρίξουν μέσα, προφήτευσαν στον ασεβή Λικίνιο την επικράτηση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τη νίκη του χριστιανισμού και την κατάργηση της ειδωλολατρίας. Κατόπιν σφραγίσθηκαν με το σημείο του σταυρού και δέκα από αυτές πήδησαν αγαλλόμενες μέσα στις φλόγες υμνώντας τον Θεό, ο οποίος εδρόσισε το πυρ. Έτσι, αυτές μεν ετελειώθησαν εν ειρήνη στην πυρά, οκτώ δε αποκεφαλίστηκαν μαζί με τον διδάσκαλό τους Αμμούν. Από τις υπόλοιπες οι δήμιοι άλλες κατέσφαξαν και σε άλλες έβαλαν στο στόμα πυρακτωμένα σίδερα.

Τα ονόματά τους έχουν διασωθεί στο αρχαίο Μαρτύριόν τους (Bibliotheca Hagiographica Graeca 2280-2281) και είναι: Λαυρεντία η διάκονος, Κελσίνα, Θεοκτίστη (η Θεόκλεια), Δωροθέα, Ευτυχιανή, Θέκλα, Αρισταινέτη, Φιλαδέλφη, Μαρία, Βερονίκη, Ευλαλία (η Ευθυμία), Λαμπροτάτη, Ευφημία, Θεοδώρα, Θεοδότη, Τετεσία, Ακυλίνα, Θεοδούλη, Απλοδώρα, Λαμπαδία, Προκοπία, Παύλα, Ιουλιάνα, Αμπλιανή, Περσίς, Πολυνίκη, Μαύρα, Γρηγορία, Κυρία (η Κυριαίνη), Βάσσα, Καλλινίκη, Βαρβάρα, Κυριακή, Αγαθονίκη, Ιούστα, Ειρήνη, Ματρώνα (η Αγαθονίκη), Τιμοθέα, Τατιανή, Άννα (η Ανθούσα).

Ωστόσο, στην ασματική Ακολουθία και σε νεότερους Συναξαριστές απαντούν τα εξής ονόματα: Αδαμαντίνη, Αθηνά, Ακριβή, Αντιγόνη, Αριβοία, Ασπασία, Αφροδίτη, Διόνη, Δωδώνη, Ελπινίκη, Ερασμία, Ερατώ, Ερμηνεία, Ευτέρπη, Θάλεια, Θεανώ, Θεανόη, Θεόνυμφη, Θεοφάνη, Καλλιρρόη, Καλλίστη, Κλειώ, Κλεονίκη, Κλεοπάτρα, Κοραλλία, Λάμπρω, Μαργαρίτα, Μαριάνθη, Μελπομένη, Μόσχω, Ουρανία, Πανδώρα, Πηνελόπη, Πολύμνια, Πολυνίκη, Σαπφώ, Τερψιχόρη, Τρωάς, Χάϊδω και Χαρίκλεια (βλ. Πρωτ. Κων/νου Πλατανιτου, Εορτολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αποστολική Διακονία, εκδ. Δ , 1997, σελ. 23 υποσ.).

Λειτουργικά κείμενα

Ἀπολυτίκιον
Ἀθλητῶν αἱ χορείαι, δεῦτε συνδράμετε καὶ τεσσαράκοντα κόρας μετὰ Ἀμμοὺν εὐσεβοῦς μεγαλύνατε, λαμπρῶς πανηγυρίζουσι ὅτι ἐνήθλησαν στερρῶς τῇ ἀσκήσει ἐν Χριστῷ, ῥωσθεῖσαι καὶ λαμπρυνθῆσαι πρεσβεύουσαι τῷ Κυρίῳ, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῶν ἁγίων Γυναικῶν
Ἀμνάδες λογικαί, τῷ ἀμνῷ καὶ ποιμένι, προσήχθητε πιστῶς, διὰ τοῦ μαρτυρίου, τὸν δρόμον τελέσασαι, καὶ τὴν πίστιν τηρήσασαι· ὅθεν σήμερον, περιχαρῶς εὐφημοῦμεν, Ἀξιάγαστοι, τὴν ἱερὰν ὑμῶν μνήμην, Χριστὸν μεγαλύνοντες.

Όσιος Συμεών ο Στυλίτης

Λιπὼν Συμεὼν τὴν ἐπὶ στύλου βάσιν,
Τὴν ἐγγὺς εὗρε τοῦ Θεοῦ Λόγου στάσιν.
Ὑψιβάτης Συμεὼν Σεπτεμβρίου ἔκθανε πρώτῃ.

Έζησε στα μέσα του 5ου αιώνα μ.Χ., επί αυτοκράτορας Λέοντος του Μεγάλου και Πατριάρχου Αντιοχείας Μαρτυρίου. Ο Συμεών γεννήθηκε στο χωριό Σισάν της Κιλικίας το 389 μ.Χ., από γονείς βοσκούς. Βοσκός ήταν και αυτός στα νεανικά του χρόνια. Από μικρός ήταν αφοσιωμένος με όλη του την ψυχή στα θεία. Τόσο θερμές ήταν οι προσευχές του προς το Θεό, ώστε πολλές φορές λουζόταν από δάκρυα. Κάποια μέρα, του έκαναν μεγάλη εντύπωση τα λόγια του Χριστού, «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθαίου, ε’ 4,8). Δηλαδή, μακάριοι είναι εκείνοι που πενθούν για τις αμαρτίες τους και για το κακό που επικρατεί στον κόσμο, διότι αυτοί θα παρηγορηθούν από το Θεό. Μακάριοι, επίσης, είναι εκείνοι που έχουν την καρδιά τους καθαρή από κάθε μολυσμό αμαρτίας, διότι αυτοί θα δουν το Θεό. Ποθώντας, λοιπόν, και ο Συμεών να κάνει τέτοια ζωή, πήγε κοντά στον όσιο Ηλιόδωρο, όπου έμεινε 10 χρόνια, και έγινε μοναχός. Επιθυμώντας, όμως, περισσότερη ησυχαστική ζωή, αποσύρθηκε σε ένα κελί στο χωριό Τελανισό, όπου ασκήτεψε τρία χρόνια. Η φήμη της αγίας του ζωής έκανε να συρρέουν πλήθη λάου κοντά του. Αλλά ο Συμεών, αποφεύγοντας την ακατάπαυστη εκείνη κοινωνικότητα και θέλοντας ακόμα περισσότερη ασκητική ζωή, εγκαταστάθηκε επάνω σ’ ένα στυλό 36 πήχεων! Με τον ιδιόρρυθμο αυτό τρόπο ασκήτεψε 37 χρόνια. Αλλά και με τη χάρη του Θεού έκανε τελικά τη ζωή που επιθυμούσε και που μακαρίζει ο Κύριος. Κοιμήθηκε το 459 μ.Χ. και κηδεύτηκε από τον πατριάρχη Αντιόχειας Μαρτύριο στη μεγάλη εκκλησία της Αντιόχειας.

Λειτουργικά κείμενα

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς στήλην θεόγραφον τῶν ἱερῶν ἀρετῶν, τοῦ βίου σου ἔλειπες τὰς ἀναβάσεις ἡμῖν, Συμεὼν παμμακάριστε· σὺ γὰρ ἐπὶ τοῦ στύλου ὡς πυρσὸς διαλάμπων, ἕλκεις ἡμᾶς χαμόθεν πρὸς ζωὴν οὐρανίαν, τὸν τρόπον τῆς εὐδρομίας φαίνων τοῖς ἔργοις σου.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’.
Ὑπομονῆς στύλος γέγονας, ζηλώσας τοὺς προπάτορας Ὅσιε, τὸν Ἰὼβ ἐν τοῖς πάθεσι, τὸν Ἰωσὴφ ἐν τοῖς πειρασμοῖς, καὶ τὴν τῶν Ἀσωμάτων πολιτείαν, ὑπάρχων ἐν σώματι, Συμεὼν Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Τὰ ἄνω ζητῶν, τοῖς κάτω συναπτόμενος, καὶ ἅρμα πυρός, τὸν στύλον ἐργασάμενος, δι᾽ αὐτοῦ συνόμιλος, τῶν Ἀγγέλων γέγονας Ὅσιε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Ὁ Οἶκος
Τοῦ Συμεὼν τὸν ἄμεμπτον βίον, ποία γλῶσσα ἀνθρώπων ἐξαρκέσει ποτέ, πρὸς ἔπαινον ἐξηγήσασθαι; ὅμως ὑμνήσω Θεοῦ σοφία, τὰ τοῦ ἥρωος ἆθλα καὶ τοὺς ἀγῶνας, τοῦ ἐν τῇ γῇ ὡς φωστῆρος φανέντος τοῖς πᾶσι βροτοῖς, καὶ μεγάλως τῇ καρτερίᾳ τῷ χορῷ τῶν Ἀγγέλων ἐκλάμψαντος· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλων ἀπαύστως Χριστῷ, πρεσβεύων οὐ παύει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ὑπερζέσας τῇ πίστει Πάτερ σοφέ, καὶ προσκαίρων ἁπάντων ὑπεριδών, Χριστῷ ἠκολούθησας, τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος, ἐγκρατείᾳ τήξας, τὸ σῶμά σου Ὅσιε, οὐρανῶν τὴν δόξαν, ἀεὶ προορώμενος· ὅθεν καὶ ἐφεῦρες, πρὸς ἀνάβασιν θείαν, τοῦ στύλου τὴν κλίμακα, τῷ σῷ πόθῳ κατάλληλον, Συμεὼν ἱερώτατε. Πρέσβευε Χριστῷ τῶ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθω, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Όσιος Μελέτιος ο νέος που ασκήτευσε στο όρος της Μυουπόλεως

Σαυτὸν καθάρας, Μελέτιε τρισμάκαρ,
ὤφθης δοχεῖον Πνεύματος τοῦ Ἁγίου.

Νόμους μελετῶν, Μελέτιος Κυρίου,
Πέφυκε δένδρον, ἀρετῶν καρποφόρων.
Ἑξέπτη Μελέτιος, ἐν εἰσοδίοις Λυκάβαντος.

Ο Όσιος Μελέτιος γεννήθηκε κατά το έτος 1035 μ.Χ. στο χωριό Μουταλάσκη της Καππαδοκίας. Οι γονείς του ήταν πολύ ενάρετοι και ονομάζονταν Ιωάννης και Σοφία. Φυσικά, σύμφωνα με τα Ιερά πιστεύω τους μεγάλωσαν και το παιδί τους τον Μελέτιο.

Έφυγε από το πατρικό του σπίτι έχοντας μοναχικό πόθο και πορεύθηκε για την Κωνσταντινούπολη, αργότερα στη Θεσσαλονίκη και έπειτα στην Θήβα στη Μονή του Αγ. Γεωργίου (σημ. Ενορ. Ναός). Στη συνέχεια τον συναντάμε στην Μονή Σαγματά και αργότερα στον Κιθαιρώνα όπου ανεγείρει Ιερά Μονή.

Ο Όσιος Μελέτιος αφού έλαμψε δια της πνευματικής του ασκήσεως, απεβίωσε ειρηνικά το 1105 μ.Χ. σε ηλικία εβδομήντα ετών.

Η Τιμία Του Κάρα βρίσκεται στην ομώνυμη Ι. Μονή στον Κιθαιρώνα.

Λειτουργικά κείμενα

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ΄.
Ὡς ἔνσαρκος Ἄγγελος, καὶ ὑπηρέτης Χριστοῦ, ὡς ἔνθεος ἄνθρωπος καὶ ἀσκητῶν καλλονή, Μελέτιε Ὅσιε, χάριτας θεοδότους, ἐκομίσω διώκειν, πνεύματα πονηρίας, καὶ νοσοῦντας ἰᾶσθαι, δι’ ὅ καὶ ἡ σεπτή σου σορὸς βρύει ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος γ΄. Ἠ Παρθένος σήμερον.
Ἐξ ἐῴας ἔνδοξε, πρὸς τὴν ἑσπέραν φοιτήσας, ὥσπερ ἄλλος ἥλιος, τῶν ἀρετῶν τὰς ἀκτῖνας, ἥπλωσας, καὶ συνηγάγω πρὸς τὴν σὴν θάλψιν, ἅπαντας, τοὺς ἐν ψύχει παθῶν χειμαζομένους, ὅθεν νῦν σε συνελθόντες, ἀνευφημοῦμεν, Μελέτιε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον
Δεῦτε νῦν τιμήσωμεν οἱ πιστοί, ἀσκητῶν τὸ κλέος, μοναζόντων τὴν καλλονήν, τὸν ὑπὲρ Κυρίου, θανόντα ἐν ἀσκήσει, συζῶντα δ’ ἐν Ἀγγέλοις, Χριστοῦ Μελέτιον.

Ὁ Οἶκος
Τῇ μελέτῃ καλῶς ἐμμελετῶν τοῦ κτίσαντος, ὡς αὐτοῦ μαθητὴς ἐκγυμνασθεὶς μακάριε, δωρεῶν ἀύλων Πνεύματος κατηξιώθης· ὅθεν εἵλκυσας πολλοὺς πρὸς τὴν σὴν μίμησιν, καταλιπόντας βίου τὸν τάραχον, καὶ ἀσκητικὴν ἀνθελομένους ζωήν· ὦν παιδοτρίβης ὑπῆρξας θεῖος, καὶ πρακτικὸς ὑφηγητής, εἰ πολὺ μέρος αὐξήσας, οἱ καὶ πίστει κροτοῦσι τὴν σὴν μνήμην γηθοσύνως, ἀνευφημοῦντες Μελέτιε Ὅσιε.

Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ΄. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Συνελθόντες τὰ πλήθη τῶν μοναστῶν, τῆς ἡμῶν ξυναυλίας τὸν ἀρχηγόν, ὑμνήσωμεν σήμερον, ἱεροῖς μελωδήμασι. Τὸ τῶν Ἁγίων κλέος, τὸν νοῦν τὸν οὐράνιον, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, τὸ ἅγιον τέμενος τὸν ἀσκήσει λάμψαντα, λαμπρότατον ἥλιον καὶ τὸ ζοφῶδες νέφον τῆς πλάνης ἐλάσαντα. Οὗ καὶ τῶν λειψάνων, τὴν σορὸν προσκυνοῦντες, καὶ κατασπαζόμενοι, ὁμοφρόνως βοήσωμεν· Θεοφόρε Μελέτιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Δίκαιος Ιησούς γιος του Ναυή

Ὃν τοῦ τρέχειν ἔστησεν ἥλιον πάλαι.
Λιπὼν Ἰησοῦς, Ἥλιον δόξης βλέπει.

Ο Δίκαιος Ιησούς ήταν Εβραίος, γιος του Ναυή, από τη φυλή Εφραίμ και διάδοχος του Μωϋσή του προφήτη. Ο Ιησούς, ονομαζόταν πρώτα Αυσής. Στάλθηκε από τον Μωϋσή να κατασκοπεύσει τη γη Χαναάν και όταν επέστρεψε ανέλαβε μετά τον θάνατο του Μωϋσή την αρχηγία του λαού, που τον οδήγησε μαζί με την κιβωτό στην Παλαιστίνη, αφού πέρασε τον Ιορδάνη και συνέτριψε τους αλλόφυλους στα τείχη της Ιεριχώ (Ιησ. ι’, 12). Όταν κατέλαβε την Παλαιστίνη και τη μοίρασε στους Ισραηλίτες, τους οποίους κυβέρνησε 27 χρόνια, απεβίωσε ειρηνικά 110 χρονών.

Άγιοι Εύοδος, Καλλίστη, Αγαθόκλεια και Ερμογένης

Κάλλιστον ὄντως εὗρε Καλλίστη τέλος,
Σὺν τοῖς καλοῖς τμηθεῖσα διττοῖς συγγόνοις.

Οι Άγιοι αυτοί ήταν αδέλφια, και η ανεύρεση της αλήθειας ήταν ο μεγάλος τους πόθος. Και ο Θεός τους ελέησε, αξιώνοντας τους να ακούσουν το κήρυγμα των αποστόλων, από το όποιο ελκύστηκαν στο φως και τη ζωή του Χριστού. Από τότε ή ζωή τους, στάθηκε ζηλευτή πίστεως και αγαθοεργίας. Έδιναν άφθονη βοήθεια σε χήρες, ορφανά, και ανέπτυξαν μεταξύ τους ευγενή και ιερή άμιλλα, ποιος να φέρει περισσότερες ψυχές μέσα ατό ψυχοσωτήριο λιμάνι της χριστιανικής Εκκλησίας. Και κατόρθωσαν πολλά. Την πίστη τους αυτή, επισφράγισαν και δια του μαρτυρίου. Όταν συνελήφθησαν, ομολόγησαν ότι άνηκαν στη χριστιανική Εκκλησία και ότι αυτό αποτελούσε καύχημα τους περισσότερο και από το αν είχαν κάποιο στέμμα στο κεφάλι τους. Μάταια ζήτησαν να τους δελεάσουν με υποσχέσεις και να τους εκβιάσουν με απειλές. Τα αδέλφια ενθαρρύνονταν μεταξύ τους, με ανώτερα πνευματικά λόγια. Έτσι και των τριών τα κεφάλια, κόπηκαν με το ξίφος. Και τα αδέλφια κατά σάρκα, στάθηκαν αδέλφια δια της πνευματικής αναγεννήσεως και στο μαρτυρικό θάνατο και στην κληρονομιά των αιωνίων αγαθών.

Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης

Ο Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης ήταν προικισμένος με εξαιρετικό θαυματουργικό χάρισμα και ασκήτευσε στη νότια και κεντρική Κρήτη κατά τα μέσα ή το δεύτερο ήμισυ του 17ου αιώνα μ.Χ. Η κοίμησή του τοποθετείται γύρω στο 1670 μ.Χ.

Πληροφορίες για τη ζωή του διασώζονται μόνο στην προφορική παράδοση του νησιού και ιδιαίτερα στην επαρχία Αγίου Βασιλείου του νομού Ρεθύμνης. Εκεί βρίσκεται το λεγόμενο Κουρταλιώτικο Φαράγγι, από το οποίο περνά ο ποταμός Κουρταλιώτης και εκβάλλει στο Λιβυκό Πέλαγος. Στο μέσον του φαραγγιού, κοντά στον πυθμένα του, βρίσκεται ο μικρός ναΐσκος του οσίου, στον οποίο οι προσκυνητές κατεβαίνουν από σκάλα με μεγάλο αριθμό πέτρινων σκαλοπατιών. Εκεί κοντά, κατά την παράδοση, βρίσκεται και ο τάφος του, που δεν έχει ακόμη αποκαλυφθεί.

Το λαϊκό προφορικό συναξάρι του οσίου διασώζει ότι από παιδί εμφάνισε τα πρώτα σημάδια της αγιότητάς του, κυρίως κατά την άσκηση του χαρίσματος της ελεημοσύνης, όταν έδινε σε πτωχούς τα αποθέματα τροφίμων του πατρικού του σπιτιού (αναφέρονται κουκιά και λάδι) κι όμως, παρά τις ανησυχίες του πατέρα του, τα πιθάρια βρίσκονταν πάντα γεμάτα. Γι’ αυτό έλαβε ευλογία από τον πατέρα του να ακολουθήσει, αν ήθελε, τον ασκητικό βίο.

Έφυγε στα όρη, δάση και φαράγγια της Κρήτης σε παιδική ή εφηβική ηλικία και, ζώντας ασκητικά, έφθασε σε μεγάλο ύψος αγιότητας. Μέρος της ζωής του το έζησε στην πεδιάδα της Μεσσαράς, στο νομό Ηρακλείου. Λίγο πριν κοιμηθεί επέστρεψε στην επαρχία Αγίου Βασιλείου, όπου βρισκόταν και η γενέτειρά του (πιθανόν το χωριό Ασώματος, του σημερινού δήμου Φοίνικα). Ερχόμενος έφερε μαζί του κάποιον Μεσσαρίτη, που, σύμφωνα με μία εκδοχή του βίου του, τον είχε πληγώσει θανάσιμα, από λάθος, κυνηγώντας με το τόξο του και, σύμφωνα με την επιθυμία του αγίου, τον είχε μεταφέρει εκεί. Κοντά στο σημείο όπου βρίσκεται ο ναΐσκος, ο Μεσσαρίτης δίψασε και ο άγιος, εκτείνοντας το χέρι, εποίησε «σημεῖον μέγα ἀπὸ Θεοῦ»: πέντε πηγές με άφθονο νερό, που ακολουθούν τη σειρά και την αναλογία των δακτύλων του χεριού, ξεπήδησαν από το τοίχωμα του φαραγγιού, απ’ όπου αναβλύζουν μέχρι σήμερα.

Η παράδοση επίσης διασώζει ότι κτίτορας του ναΐσκου είναι κάποιος Οθωμανός, την εποχή της Τουρκοκρατίας, ο οποίος λοιδορούσε τη μνήμη του οσίου, τιμωρήθηκε παιδαγωγικά απ’ αυτόν και αποκαταστάθηκε δια θαύματος. Σήμερα ο ναός αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και αγαπητά προσκυνήματα της περιοχής και υπάγεται στην ενορία Ασωμάτου.

Αν και ο άγιος δεν είναι αναγνωρισμένος με επίσημη απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, περιλαμβάνεται στο Κρητικό Αγιολόγιο και η μνήμη του τιμάται με εξαιρετική λαμπρότητα την 1η Σεπτεμβρίου. Ακολουθία του Οσίου εκδόθηκε στην Αθήνα το 1879 μ.Χ.

Οσία Χάιδω εκ Στανού Χαλκιδικής

Η Οσία Χάιδω κατήγετο από το χωριό Στανό της Χαλκιδικής και έζησε τον 19ο αιώνα μ.Χ. Μετά την επανάσταση του 1821 μ.Χ., για να αποφύγη τις ανήθικες ενοχλήσεις του Τούρκου διοικητού, αναγκάσθηκε να φύγη από το χωριό με την μητέρα της και να εγκατασταθούν στην Θάσο.

Εκεί εισήλθε σε ένα μετόχι της μονής Παντοκράτορος της Καλλιρράχης, όπου υπηρετούσε στον ναό και ζούσε βίο παρθενικό, αφιερωμένο στον Θεό. Μετά την κοίμηση της μητέρας της αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στην προσευχή και στην νηστεία και έφθασε σε πνευματική θεωρία.

Κατά την τοπική παράδοση, όταν οι Τούρκοι επέδραμαν στο μετόχι, άγγελοι άρπαξαν και διέσωσαν την οσία από την μανία των αλλοθρήσκων. Δύο ημέρες αργότερα επέστρεφε στο μετόχι και διηγήθηκε την ιστορία της στον ιερομόναχο Γεράσιμο.

Άλλη παράδοση αναφέρει ότι η οσία βασανίσθηκε σκληρά από τους Τούρκους. Κατά την κοίμηση της το ιερό της σκήνωμα ευωδίαζε εις ένδειξη της αγιότητος της.

Στη συνείδηση των χριστιανών του Στανού ήταν πάντοτε ζωντανή η μνήμη και η ζωή της Οσίας. Γι’ αυτό και αφιέρωσαν ιερά εικόνα, την οποίαν εναπέθεσαν εντός του ενοριακού ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου. Η εικόνα ιστορήθηκε από την αδελφότητα των Κυριλλαίων εις την Νέαν Σκήτην Αγίου Όρους το 1960 μ.Χ. Παριστάνεται η Αγία με την τοπικήν ενδυμασίαν της Χαλκιδικής της εποχής εκείνης.

Από το 1988 μ.Χ., ορίσθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως η ημέρα μνήμης και εορτασμού της Οσίας. Δε γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία της κοιμήσεώς της. Γι’ αυτό ορίσθηκε η 1η Σεπτεμβρίου κατά την οποία εορτάζει και η παλαιοτέρα Αγία Χάιδω, ανάμεσα στο χορό των 40 μαρτύρων γυναικών των εν Θράκη. Συνηθίζεται, όταν δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία αθλήσεως ή κοιμήσεώς, να τιμούμε τον άγιο στη μνήμη ομώνυμου παλαιότερου αγίου.

Εκκλησία κτίστηκε τα τελευταία χρόνια προς τιμήν της Οσίας, με πρωτοβουλία του εφημέριου Χαλκιά Νικολάου και τη συνδρομή των Στανιωτών.